Υπάρχουν πολλά κάστρα στην Ελλάδα, μικρά και μεγάλα, όμορφα και άσχημα, ερείπια και καλοδιατηρημένα, μεσαιωνικά και αρχαία. Από αυτά διάλεξα μερικά καλοδιατηρημένα...
αν και γνωρίζω ότι η γνώμη πολλές φορές είναι υποκειμενική.
Κάστρο Ιπποτών
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα και πιο καλοδιατηρημένα κάστρα της Ευρώπης. Χτίστηκε το 1309 όταν το νησί πουλήθηκε στους Ιωαννίτες Ιππότες. Το τάγμα του Αγίου Ιωάννη ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα στην Ιερουσαλήμ με στόχο την νοσηλεία και περίθαλψη των προσκυνητών και σταυροφόρων, αλλά πολύ σύντομα μετεξελίχθηκε σε μάχιμη στρατιωτική μονάδα που απέκτησε μεγάλες εκτάσεις γης. Όταν οπισθοχώρησε από την Ιερουσαλήμ και αργότερα από την Κύπρο, το τάγμα ίδρυσε την έδρα του στη Ρόδο και απέκτησε κατά τη χρονική περίοδο αυτή ηγετικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο. Κατά τη διάρκεια της παραμονής των Ιπποτών στη Ρόδο, οι οχυρώσεις επεκτάθηκαν, εκσυγχρονίσθηκαν και συνεχώς ενισχύονταν. Ένα νοσοκομείο, ένα παλάτι, αρκετές εκκλησίες ήταν ορισμένα από τα πολλά δημόσια κτίρια τα οποία αναγέρθηκαν την εποχή αυτή. Τα κτίρια αυτά αποτελούν αξιοσημείωτα παραδείγματα Γοτθικής κι Αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Τα πανίσχυρα τείχη της πόλης αντιστάθηκαν ακόμα και στην πολιορκία του Μωάμεθ Β' του Πορθητή, το 1480, που κατέληξε στην ήττα της υπέρτερης αριθμητικά τουρκικής δύναμης. Το 1522, ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής κατόρθωσε, μετά από εξαντλητική για τον πληθυσμό πολιορκία, να συνθηκολογήσει με τους Ιππότες. Το τάγμα υποχρεώθηκε να παραδώσει την πόλη στους Τούρκους και να αποσυρθεί στη Μάλτα, αφήνοντας πίσω πλήθος μνημείων, ανεξίτηλα ίχνη της παρουσίας του στο νησί. Η περίοδος της Τουρκοκρατίας κράτησε ως το 1912 και την ακολούθησε η περίοδος της ιταλικής κατοχής (1912-1948 ). Μόλις το 1948 ενσωματώθηκε το νησί στο ελληνικό κράτος. Τα όρια του κάστρου ορίζονται από τα τείχη του, που με τη σειρά τους οριοθετούν την τάφρο που το περιζώνει. Λίγες πετρόχτιστες γέφυρες ενώνουν τη σύγχρονη πόλη με το κάστρο οδηγώντας προς την παλιά μεσαιωνική πόλη που είναι κτισμένη στο εσωτερικό του. Εκτός από τις γέφυρες αυτές, υπήρχε παλαιότερα ένας ακόμα τρόπος πρόσβασης στο εσωτερικό του κάστρου, μέσω υπόγειων στοών, στις οποίες μπορούσε κανείς να εισέλθει διαμέσου ορισμένων ανοιγμάτων της τάφρου που διατηρούνται μέχρι και σήμερα. Στις μέρες μας ελάχιστες στοές έχουν παραμείνει βατές και οι πιο πολλές έχουν πια καταρρεύσει ή μπαζωθεί. Η ηλικία των περισσοτέρων από αυτές ανάγεται στην εποχή κατασκευής του κάστρου από τους Ιωαννίτες Ιππότες, στις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ.
Κάστρο Βόνιτσας
Είναι ένα από τα μεγαλύτερα και καλύτερα διατηρημένα της δυτικής Ελλάδας. Αποτελείται από τρία διαζώματα, το ακρόκαστρο και έχει σχήμα ωοειδές. Το μεγαλύτερο μέρος των οχυρωματικών του έργων και κτισμάτων σχεδιάστηκε από Ενετούς μηχανικούς στις αρχές του 13ου αιώνα, κυρίως πάνω στα παλιά, βυζαντινά, ερειπωμένα τείχη. Στη συνέχεια διευρύνθηκε όπως δείχνουν τα σχέδια µε τις αλλεπάλληλες φάσεις που βρίσκονται στο Κρατικό αρχείο της Βενετίας και μετατράπηκε σε ένα πανίσχυρο φρουριακό συγκρότημα, απόρθητο από ξηρά και θάλασσα. Για τους Ενετούς τα φρούρια της Βόνιτσας και της Ναυπάκτου αποτελούσαν στρατηγικά σημεία, που εξυπηρετούσαν την οικονομική και στρατιωτική πολιτική τους στο Ιόνιο.
Κάστρο Μονεμβασιάς
Το όνομα «Μονεμβασία» προέρχεται από τις λέξεις «Μόνη έμβαση», δηλαδή μοναδική είσοδος. Η πόλη της Μονεμβασιάς ιδρύθηκε ουσιαστικά στα χρόνια του αυτοκράτορα Μαυρικίου, ίσως το 583, όταν οι κάτοικοι των γύρω περιοχών έψαχναν να βρουν καταφύγιο από τις επιδρομές των Αβάρων και των Σλάβων. Ήταν χτισμένη πάνω σε ένα βράχο με μοναδική πρόσβαση από τη στεριά μια στενή λωρίδα γης από την οποία πήρε και το όνομά της.
Κάστρο Μεθώνης
Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα οχυρωματικά σύνολα του ελληνικού χώρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα καστροπολιτείας καταλαμβάνει ολόκληρη την έκταση στα ΝΔ παράλια της Πελοποννήσου, μ’ ένα εξαιρετικό φυσικό λιμάνι, το οποίο κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους αποτελούσε σταθμό στο δρόμο των προσκυνητών για τους Αγίους Τόπους και των εμπορικών πλοίων από τη Δύση στην Ανατολή. Η περίοδος ακμής του κάστρου τοποθετείται στην περίοδο της Α' Ενετοκρατίας (13ος-15ος αιώνας).
Αγγελόκαστρο
Είναι ένα από τα πιο σημαντικά βυζαντινά κάστρα της Ελλάδας. Βρίσκεται στην Κέρκυρα στην κορυφή της πιο ψηλής αιχμής της ακτής του νησιού στη ΒΔ ακτή κοντά στην Παλαιοκαστρίτσα και πάνω στην άκρη της κορυφής της απότομης πλαγιάς. Η προέλευση του ονόματός του δεν είναι απολύτως σαφής, μερικοί ιστορικοί αναφέρουν ότι το 1214 ο Μιχαήλ Α' ο Κομνηνός, δεσπότης της Ηπείρου κατέλαβε την Κέρκυρα και μετά από το θάνατό του, ο Μιχαήλ Β' ο Κομνηνός, οχύρωσε την περιοχή χτίζοντας το κάστρο και του έδωσε το όνομα του πατέρα του: Αγγελόκαστρο. Σήμερα το κάστρο, εσφαλμένα, ονομάζεται Κάστρο του Αρχάγγελου Μιχαήλ. Επειδή η τοποθεσία του κάστρου βρίσκεται σε σημαντική στρατηγική θέση, το Αγγελόκαστρο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τύχη του νησιού για πολλούς αιώνες. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών το 1997, ανακαλύφθηκαν δύο αρχαίοι χριστιανικοί τάφοι στην άκρη της ακρόπολης, δεικνύοντας ότι η περιοχή κατοικείτο από την πρώιμη βυζαντινή περίοδο (5ος-7ος αιώνας μ.Χ.).
Κάστρο Πλαταμώνα
Είναι κάστρο-πόλη της μεσοβυζαντινής περιόδου (10ος μ.Χ αιώνας), χτισμένο ΝΑ του Ολύμπου, σε θέση στρατηγική που ελέγχει τον δρόμο Μακεδονίας - Θεσσαλίας - Νότιας Ελλάδας. Ο Πύργος του, που δεσπόζει πάνω στην εθνικό οδό, είναι ένα επιβλητικό μεσαιωνικό φρούριο. Χτίστηκε από τον Ρολάνδο Πίσκια, μετά από κατάκτηση, με προτροπή του Βονιφάτιου του Μομφερατικού. Ανασκαφή του 1995 εντόπισε ίχνη ελληνιστικού τείχους (4ος αιώνας) που επιβεβαιώνουν τις απόψεις ότι στη θέση αυτή υπήρχε η αρχαία πόλη Ηράκλειο, «πρώτη πόλις Μακεδονίας...» μετά τα Τέμπη, σύμφωνα με πηγή του 360 π.Χ. Το βυζαντινό τείχος συντηρήθηκε από τους Φράγκους μετά το 1204 και τους Βυζαντινούς τον 14ο αιώνα. Το φρούριο ήταν το βασικότερο στήριγμα του δεσποτάτου του Πλαταμώνα. Αργότερα καταλαμβάνεται από τους Τούρκους, που επίσης επισκευάζουν, αλλά εξακολουθεί να κατοικείται από Χριστιανούς. Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο (1941) βομβαρδίζεται από τα γερμανικά στρατεύματα. Σημαντικά ευρήματα αποτελούν οι βυζαντινοί ναοί του 10ου-11ου και 18ου αιώνα, τα σπίτια 10ου αιώνα, το τμήμα ελληνιστικού τείχους και η πύλη στο τείχος του ακροπυργίου.
Μπούρτζι
Είναι ένα μικρό νησί μπροστά στο λιμάνι του Ναυπλίου καλυμμένο πλήρως από ένα παλιό ενετικό κάστρο, στο οποίο οφείλει και το όνομά του. Το κάστρο αναγέρθηκε από τους Ενετούς μετά την αποχώρηση του Μαχμούτ Πασά το 1473, εφοδιάζοντάς το με νεώτερα πυροβόλα. Το 1502 μεταβάλλοντας οι Ενετοί με οχυρώσεις τη ΝΔ πλευρά της Ακροναυπλίας σε προμαχώνα με επάλξεις, τον συνέδεσαν με τεχνητό βραχίονα από ογκόλιθους στον οποίο και πρόσδεναν αλυσίδα που έφθανε μέχρι το «Μπούρτζι» για τη προφύλαξη του λιμανιού και της πόλης, εξ ου και το όνομα «Λιμένας της Αλύσου». Μετά τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1698) οι Ενετοί ανήγειραν στο νησάκι ισχυρό πύργο και προμαχώνες με πυροβόλα δημιουργώντας έτσι το γνωστό κάστρο που δεσπόζει σήμερα στην είσοδο του λιμανιού του Ναυπλίου. Κατά την Ελληνική επανάσταση του 1821 το Μπούρτζι καταλήφθηκε το 1822 από 50 οπλοφόρους και 150 πυροβολητές των οποίων ηγούνταν οι Άστιγξ, Άνερμαν, Χάνεκ και Δημήτριος Καλλέργης, υπό την ηγεσία του Γάλλου ταγματάρχη Φ. Γκιουρντέν, ο οποίος κανονιοβολούσε το Ναύπλιο από το Μπούρτζι και κατάφερε να ματαιώσει τον «λαθραίο» επισιτισμό των πολιορκούμενων Τούρκων από αγγλικό πλοίο. Κατά τις αιματηρές ελληνικές εμφύλιες διαμάχες (1823–1833), δύο φορές αναγκάσθηκε η τότε κυβέρνηση να καταφύγει στο Μπούρτζι για την ασφάλειά της, στις 25 Μαΐου του 1824 και στις 2 Ιουλίου του 1827. Μετά την έλευση του Βασιλιά Γεωργίου Α' και κατ’ εντολή του, το (1865), το Μπούρτζι αφοπλίστηκε και κατέστη τόπος διαμονής του δημίου της γκιλοτίνας.
Κούλες
Στην είσοδο του λιμανιού του Ηρακλείου Κρήτης, εκεί που τελειώνει ο δυτικός λιμενοβραχίονας, δεσπόζει ένα επιβλητικό κάστρο. Κατά την Ενετοκρατία ήταν γνωστό με τα ονόματα Rocca a Mare ή Castello a Mare ή Castello, δηλαδή κάστρο στη θάλασσα. Επικράτησε τελικά να ονομάζεται Κούλες, όνομα που προέρχεται από την τουρκική ονομασία Su Kulesi. Θεμελιώθηκε την 3η δεκαετία του 16ου αιώνα (1523-1540) πάνω σε μια μικρή βραχώδη έξαρση, όπου παλαιότερα υπήρχε ένας ψηλός στρογγυλός πύργος με επάλξεις. Επειδή η βραχώδης έξαρση ήταν αρκετά μικρή, οι Ενετοί αναγκάστηκαν να συμπληρώσουν την έκταση με αποθέσεις μεγάλων ποσοτήτων φερτών βράχων και ογκόλιθων, που μετέφεραν κυρίως από το νησάκι Ντία και την περιοχή Φρασκιών. Συνήθως γέμιζαν με πέτρες παλαιά άχρηστα πλοία και τα βύθιζαν μαζί με το φορτίο τους στη βόρεια και δυτική πλευρά του βράχου για να αυξηθεί η επιφάνειά του και να δημιουργηθεί κυματοθραύστης. Το κάστρο έχει τη μορφή ενός τετράπλευρου με ένα έντονο προβαλλόμενο τμήμα, σε σχήμα ημικυκλίου στη ΒΑ πλευρά. Η δόμηση έχει γίνει από πολύ ισχυρή τοιχοποιία. Το πάχος των εξωτερικών τοιχωμάτων στη στάθμη του ισογείου από τις 3 πλευρές φτάνει τα 8,70 μ., ενώ από τη μια πλευρά 6,96 μ. Οι εσωτερικοί διαχωριστικοί τοίχοι έχουν πάχος από 1,36 έως 3 μ. Η οροφή του ισογείου διαμορφώνεται με ένα σύστημα θόλων, στους οποίους ανοίγονται μεγάλες οπές εξαερισμού και φωτισμού, που κατέληγαν στο δώμα. Η είσοδος του κάστρου ανοίγεται στη δυτική πλευρά. Εκεί κατέληγε ο δυτικός λιμενοβραχίονας που ξεκινούσε από την Πύλη του μόλου. Η είσοδος ήταν προσεκτικά προστατευμένη: 3 ξύλινες ισχυρές πόρτες υπήρχαν στο θολοσκεπή και ελαφρά κατηφορικό διάδρομο, που οδηγούσε στο εσωτερικό του φρουρίου. Η κύρια δύναμη πυρός του κάστρου είχε συγκεντρωθεί στο ισόγειο. Κανονιοθυρίδες είχαν δημιουργηθεί στα εξωτερικά τοιχώματα. Στο ισόγειο υπήρχαν: μια μεγάλη δεξαμενή νερού, μια φυλακή και διάφοροι αποθηκευτικοί χώροι τροφίμων και πολεμοφοδίων. Στο δώμα του κάστρου οδηγούσαν δυο διαβάσεις που ξεκινούσαν από τον κεντρικό διάδρομο. Εκεί υπήρχε ένα κεκλιμένο επίπεδο από όπου οι Ενετοί ανέβαζαν σέρνοντας τα κανόνια και τα άλλα εφόδια και ένα κλιμακοστάσιο. Το δώμα είχε διαμορφωθεί σαν μια ευρεία πλατεία στην οποία υπήρχε ένα φαρδύ parapetto. Στο κάστρο λειτουργούσε μύλος και φούρνος, που κάλυπταν τις ανάγκες της φρουράς, καθώς και μια εκκλησία. Υπήρχαν ακόμα χώροι κατάκλισης και φρουράς και κατοικίες των αξιωματικών και του διοικητή του οχυρού. Το ενετικό κάστρο Κούλε είναι το πιο φωτογραφημένο σημείο της πόλης και αυτό που πρωτοβλέπει καθώς έρχεται κάποιος με πλοίο στο λιμάνι του ηρακλείου.
Κάστρο Χλεμούτσι
Βρίσκεται στην κορυφή ενός λόφου, του Δήμου Κυλλήνης και δεσπόζει στην πεδιάδα της Ηλείας. Ιδρύθηκε το 1220-1223 από τον Γοδεφρείδο Α' Βιλεαρδουίνο κι αποτέλεσε το πιο ισχυρό φρούριο του Πριγκιπάτου της Αχαΐας. Για την κατασκευή του, ο Γοδεφρείδος Β' ήρθε σε σύγκρουση με τον Καθολικό κλήρο και χρησιμοποίησε τα έσοδά τους για την οικοδόμησή του. Το κάστρο ονομάσθηκε clermont, Ελληνικά Χλεμούτσι και οι Βενετσιάνοι castel tornese, επειδή λανθασμένα πίστευαν ότι ήταν το Φράγκικο νομισματοκοπείο των Τορνεσίων. Μετά το θάνατο του ιδρυτού του, το κάστρο γίνεται πεδίο αναταραχών, ως το 1315 που το κατέλαβαν οι Καταλανοί. Ανακαταλαμβάνεται από τους Φράγκους και παραμένει στη κυριαρχία τους, μέχρι τις αρχές του 1400 που περνάει στην κυριαρχία του Παλατινού Κόντε Κεφαλονιάς και Ζακύνθου και Δεσπότη της Ηπείρου Καρόλου Α' Τόκκου. Το 1427 λόγω του γάμου της κόρης του Λεονάρδου Β' Τόκκου, Μαγδαληνής-Θεοδώρας, με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, το κάστρο περιέρχεται ειρηνικά στον τελευταίο. Το 1460 το κατέλαβαν οι Τούρκοι και οι Ενετοί από το 1687 - 1715 που επανήλθε στους Τούρκους ως το 1821. Το 1826 υπέστη ζημιές, από βομβαρδισμό του Ιμπραήμ. Το Χλεμούτσι διατηρεί τον έντονο φράγκικο χαρακτήρα του, εξαιρετικό δείγμα φρουριακής αρχιτεκτονικής της εποχής της Φραγκοκρατίας.
Κάστρο Μήθυμνας
Βρίσκεται στην κορυφή του πευκόφυτου λόφου του Μολύβου. Θεωρείται ως ένα από τα καλύτερα διατηρημένα κάστρα της Ελλάδας. Πιθανόν κτίστηκε μετά τα μέσα του 13ου αιώνα για προστασία από τους Τούρκους και Φράγκους επιδρομείς. Η ακριβής χρονολογία ίδρυσής του δεν είναι γνωστή. Το 1373 ανακαινίσθηκε από τον Φραγκίσκο Α' Γατελούζο. Προσθήκες έγιναν επίσης και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1462-1912). Πρόκειται για ένα καλοφτιαγμένο κάστρο με γερά τείχη, με επιγραφές, οικόσημα και άλλα διακριτικά στοιχεία. Έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου με πλευρά περίπου 70 μ. και είναι γενικά σε καλή κατάσταση. Εξαίρετο μνημείο είναι η κεντρική είσοδος που είναι κατασκευασμένη από χοντρό ξύλο σκεπασμένο με περίτεχνες μεταλλικές πλάκες. Τα καλοκαίρια πραγματοποιούνται πολιτιστικές και θεατρικές εκδηλώσεις στον εσωτερικό περίβολο του φρουρίου.
Παλαμήδι
Το Παλαμήδι οχυρώθηκε από τους Ενετούς τον 17ο αιώνα. Τα οχυρωματικά έργα άρχισε ο πορθητής Φραγκίσκος Μοροζίνι και τελείωσαν τα τελευταία χρόνια της Β' Ενετικής κυριαρχίας (1686–1715 ). Εκτός από τη ντάπια του Αγίου Ανδρέα, που είναι η ψηλότερη, συναντά κανείς άλλες έξη του Φωκίωνα, του Θεμιστοκλή, του Μιλτιάδη, του Επαμεινώνδα, του Λεωνίδα και του Αχιλλέα. Οι πέντε από αυτές συνδέονται μεταξύ τους μ’ έναν αυλόγυρο, που τον λέγανε τείχος του περιβόλου. Ο Αχιλλέας και ο Μιλτιάδης αποτελούν ξεχωριστά φρούρια. Στο φρούριο υπάρχει το ιστορικό εκκλησάκι του Αποστόλου Ανδρέα, κτισμένο από την εποχή των Ενετών. Στο φρουριακό αυτό συγκρότημα που έκανε το Παλαμήδι απόρθητο, βλέπουμε συχνά τον θυρεό των ενετών, το «λιοντάρι του Αγίου Μάρκου». Τα κελιά των κάστρων που είχαν φιλοξενήσει κατά τη διάρκεια της αντιβασιλείας τον κατάδικο Κολοκοτρώνη, χρησίμευσαν σαν φυλακές και τόπος εκτέλεσης. Το Παλαμήδι πολιορκήθηκε από το πρώτο έτος της επανάστασης. Οι οπλαρχηγοί έκριναν σωστά ότι η εκπόρθηση του θα έδινε στον αγώνα ένα σπουδαίο φρουριακό συγκρότημα και μια εστία κατάλληλη για την κυβέρνηση. Μετά από πολλές προσπάθειες και αποτυχίες, τη νύχτα της 29ης Νοεμβρίου του 1822 ο Στάικος Σταϊκόπουλος με τον Μοσχονησιώτη και 350 διαλεγμένους στρατιώτες κατόρθωσαν να πηδήσουν στη ντάπια του Αχιλλέα και να καταλάβουν το Παλαμήδι. Μετά από λίγο έφθασε ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος ανάγκασε τη φρουρά του Ναυπλίου να παραδοθεί και να υπογράψει συνθήκη. Έκτοτε κάθε χρόνο στις 30 Νοεμβρίου εορτάζεται η επέτειος της άλωσης.
Κάστρο Λίνδου
Ο οικισμός της Λίνδου βρίσκεται στη ΝΑ πλευρά του νησιού και σε απόσταση 55 χλμ. από την πόλη της Ρόδου. Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη στη θέση του σημερινού χωριού, μεταξύ της ακρόπολης και του ακρωτηρίου Κράνα. Η Λίνδος είναι ο κυριότερος αρχαιολογικός χώρος της Ρόδου με κέντρο το βράχο της όπου δεσπόζει και το κάστρο της, και μια από τις πιο σημαντικές πόλεις του νησιού. Το κάστρο της Λίνδου αποτελούσε πάντα το κέντρο της ζωής του οικισμού. Τον 6ο αιώνα π.Χ. κυριαρχεί στη Λίνδο η μορφή του τυράννου Κλεόβολου, ενός από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας. Τότε έγιναν σημαντικά έργα υποδομής στην πόλη και οικοδομήθηκε ο αρχαϊκός ναός της Αθηνάς στο κάστρο σύμφωνα με το Διογένη Λαέρτιο. Η περσική εξάπλωση στο Αιγαίο και αργότερα ο συνοικισμός της Ρόδου, στον οποίο συμμετείχε και η Λίνδος με τις δυο άλλες πόλεις του νησιού, την Ιαλυσό και την Κάμιρο, οδήγησαν στη σταδιακή μείωση της οικονομικής και πολιτικής σημασίας της Λίνδου. Ο χώρος του κάστρου της Λίνδου, από τόπος αφιερωμένος αποκλειστικά στη λατρεία στην αρχαιότητα, αποτέλεσε στη συνέχεια ασφαλές καταφύγιο σε περίοδο κρίσεων, για να καταλήξει όλο και περισσότερο με την πάροδο των αιώνων σε οχυρωμένο κάστρο με μόνιμη φρουρά. Τον μεσαίωνα το κάστρο της Λίνδου ενισχύθηκε με νέα κτίσματα από τους Βυζαντινούς και στη συνέχεια από τους ιππότες. Το μεγαλύτερο από τα τμήματα που σώζονται μέχρι σήμερα, είναι μεσαιωνικό.
Πάτμου
Το έρημο αυτό νησί άρχισε να εποικίζεται στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας, όταν ο μοναχός Χριστόδουλος από τη Βιθυνία έλαβε από τον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αλέξιο Α' τον Κομνηνό (1081–1118) την άδεια να ιδρύσει στην Πάτμο τη Μονή Ιωάννου του Θεολόγου πάνω σε ύψωμα ψηλότερα από το σπήλαιο της Αποκάλυψης, ακριβώς πάνω στον αρχαίο βωμό της θεάς Άρτεμης. Η Μονή κτίσθηκε σε μορφή μεσαιωνικού κάστρου με επάλξεις και τείχη επιστήριξης με καθολικό στο κέντρο της, μικρό μεν, καθώς και με άλλα κτίσματα, κελιά και δεξαμενές. Γύρω από τη Μονή άρχισαν να εγκαθίστανται εκτός από τους μοναχούς και κοσμικοί με τις οικογένειές τους χτίζοντας σπίτια και έχοντας ως άσυλο την οχυρωμένη Μονή σε περίπτωση κινδύνου πειρατικής επιδρομής.
Κάστρο Άρτας
Βρίσκεται στην πόλη της Άρτας και είναι από τα πιο όμορφα της Ελλάδας, χαρακτηριστικό δείγμα βυζαντινής οχυρωματικής τέχνης και χτίστηκε τον 13ο αιώνα από τους Κομνηνούς, τους άρχοντες του Δεσποτάτου της Ηπείρου, για να ενισχύσουν την αμυντική ικανότητα της πρωτεύουσάς τους. Το κάστρο στο ΒΑ τμήμα του είναι χτισμένο πάνω στα στιβαρά τείχη της αρχαίας Αμβρακίας που έχουν μεγαλώσει σε ύψος και έχουν ενισχυθεί με οχυρούς πύργους σύμφωνα με τα μεσαιωνικά πρότυπα. Οι αρχαίοι Κορίνθιοι αποίκησαν την Αμβρακία το 625 π.Χ. και την περιτείχισαν. Στις βάσεις του βυζαντινού τείχους, διακρίνονται τμήματα του παλαιού τείχους της Αμβρακίας που χαρακτηρίζεται από την χρησιμοποίηση αρχαίων ογκολίθων με πολύ καλή κατασκευή. Το κάστρο έχει σχήμα μη κανονικού πολυγώνου με μήκος 280 μέτρα, πλάτος 175. Τα τείχη του έχουν ύψος 10 μέτρα και πάχος 2,5 μέτρων. Το κάστρο αναστηλώθηκε και επεκτάθηκε επί Μιχαήλ Β' της Ηπείρου (1230-1268). Διατηρείται σε αρίστη κατάσταση με , πύργους και πυλώνες με πολύ λίγες μεταγενέστερες προσθήκες. Ήταν πολύ ισχυρό κάστρο και χρησιμοποιήθηκε απ’ αυτούς που επαναστάτησαν κατά της βυζαντινής επικυριαρχίας. Έτσι, μόνο με τη διπλωματία ο Ιωάννης Καντακουζηνός έπεισε τον επαναστάτη Βασιλίτζη να το παραδώσει. Κατά το 1204, όταν κατελήφθη η Πόλη από τους σταυροφόρους, εδώ βρήκαν καταφύγιο οι Άρχοντες Άγγελοι Κομνηνοί και ίδρυσαν το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το κάστρο έχασε τη σημασία του γι’ αυτό δεν του έγιναν ιδιαίτερες επεμβάσεις και προσθήκες. Στο εσωτερικό του κάστρου, για μεγάλο χρονικό διάστημα, λειτούργησαν φυλακές. Σε αυτό φυλακίστηκε μάλιστα κι ο στρατηγός Μακρυγιάννης. Σήμερα στο εσωτερικό του κάστρου στεγάζεται το Δημοτικό Θέατρο της πόλης της Άρτας. Κάθε καλοκαίρι το κάστρο φιλοξενεί διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Φραγκοκάστελο
Βρίσκεται στο νότιο μέρος του νομού Χανίων, ανατολικά των Σφακίων. Χτίστηκε από τους Ενετούς τον 14ο αιώνα. Η ιστορική μάχη που έγινε εκεί το 1828 με τη συμμετοχή 650 επαναστατών εναντίων 5.000 Τούρκων χαρακτήρισε την περιοχή. Η σφαγή τους έδωσε τον μύθο των δροσουλιτών. Τέλη Μαΐου λέγεται ότι εμφανίζονται στρατιώτες να περπατούν από το κοντινό νεκροταφείο στο κάστρο.
http://history-pages.blogspot.com
αν και γνωρίζω ότι η γνώμη πολλές φορές είναι υποκειμενική.
Κάστρο Ιπποτών
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα και πιο καλοδιατηρημένα κάστρα της Ευρώπης. Χτίστηκε το 1309 όταν το νησί πουλήθηκε στους Ιωαννίτες Ιππότες. Το τάγμα του Αγίου Ιωάννη ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα στην Ιερουσαλήμ με στόχο την νοσηλεία και περίθαλψη των προσκυνητών και σταυροφόρων, αλλά πολύ σύντομα μετεξελίχθηκε σε μάχιμη στρατιωτική μονάδα που απέκτησε μεγάλες εκτάσεις γης. Όταν οπισθοχώρησε από την Ιερουσαλήμ και αργότερα από την Κύπρο, το τάγμα ίδρυσε την έδρα του στη Ρόδο και απέκτησε κατά τη χρονική περίοδο αυτή ηγετικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο. Κατά τη διάρκεια της παραμονής των Ιπποτών στη Ρόδο, οι οχυρώσεις επεκτάθηκαν, εκσυγχρονίσθηκαν και συνεχώς ενισχύονταν. Ένα νοσοκομείο, ένα παλάτι, αρκετές εκκλησίες ήταν ορισμένα από τα πολλά δημόσια κτίρια τα οποία αναγέρθηκαν την εποχή αυτή. Τα κτίρια αυτά αποτελούν αξιοσημείωτα παραδείγματα Γοτθικής κι Αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Τα πανίσχυρα τείχη της πόλης αντιστάθηκαν ακόμα και στην πολιορκία του Μωάμεθ Β' του Πορθητή, το 1480, που κατέληξε στην ήττα της υπέρτερης αριθμητικά τουρκικής δύναμης. Το 1522, ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής κατόρθωσε, μετά από εξαντλητική για τον πληθυσμό πολιορκία, να συνθηκολογήσει με τους Ιππότες. Το τάγμα υποχρεώθηκε να παραδώσει την πόλη στους Τούρκους και να αποσυρθεί στη Μάλτα, αφήνοντας πίσω πλήθος μνημείων, ανεξίτηλα ίχνη της παρουσίας του στο νησί. Η περίοδος της Τουρκοκρατίας κράτησε ως το 1912 και την ακολούθησε η περίοδος της ιταλικής κατοχής (1912-1948 ). Μόλις το 1948 ενσωματώθηκε το νησί στο ελληνικό κράτος. Τα όρια του κάστρου ορίζονται από τα τείχη του, που με τη σειρά τους οριοθετούν την τάφρο που το περιζώνει. Λίγες πετρόχτιστες γέφυρες ενώνουν τη σύγχρονη πόλη με το κάστρο οδηγώντας προς την παλιά μεσαιωνική πόλη που είναι κτισμένη στο εσωτερικό του. Εκτός από τις γέφυρες αυτές, υπήρχε παλαιότερα ένας ακόμα τρόπος πρόσβασης στο εσωτερικό του κάστρου, μέσω υπόγειων στοών, στις οποίες μπορούσε κανείς να εισέλθει διαμέσου ορισμένων ανοιγμάτων της τάφρου που διατηρούνται μέχρι και σήμερα. Στις μέρες μας ελάχιστες στοές έχουν παραμείνει βατές και οι πιο πολλές έχουν πια καταρρεύσει ή μπαζωθεί. Η ηλικία των περισσοτέρων από αυτές ανάγεται στην εποχή κατασκευής του κάστρου από τους Ιωαννίτες Ιππότες, στις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ.
Κάστρο Βόνιτσας
Είναι ένα από τα μεγαλύτερα και καλύτερα διατηρημένα της δυτικής Ελλάδας. Αποτελείται από τρία διαζώματα, το ακρόκαστρο και έχει σχήμα ωοειδές. Το μεγαλύτερο μέρος των οχυρωματικών του έργων και κτισμάτων σχεδιάστηκε από Ενετούς μηχανικούς στις αρχές του 13ου αιώνα, κυρίως πάνω στα παλιά, βυζαντινά, ερειπωμένα τείχη. Στη συνέχεια διευρύνθηκε όπως δείχνουν τα σχέδια µε τις αλλεπάλληλες φάσεις που βρίσκονται στο Κρατικό αρχείο της Βενετίας και μετατράπηκε σε ένα πανίσχυρο φρουριακό συγκρότημα, απόρθητο από ξηρά και θάλασσα. Για τους Ενετούς τα φρούρια της Βόνιτσας και της Ναυπάκτου αποτελούσαν στρατηγικά σημεία, που εξυπηρετούσαν την οικονομική και στρατιωτική πολιτική τους στο Ιόνιο.
Κάστρο Μονεμβασιάς
Το όνομα «Μονεμβασία» προέρχεται από τις λέξεις «Μόνη έμβαση», δηλαδή μοναδική είσοδος. Η πόλη της Μονεμβασιάς ιδρύθηκε ουσιαστικά στα χρόνια του αυτοκράτορα Μαυρικίου, ίσως το 583, όταν οι κάτοικοι των γύρω περιοχών έψαχναν να βρουν καταφύγιο από τις επιδρομές των Αβάρων και των Σλάβων. Ήταν χτισμένη πάνω σε ένα βράχο με μοναδική πρόσβαση από τη στεριά μια στενή λωρίδα γης από την οποία πήρε και το όνομά της.
Κάστρο Μεθώνης
Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα οχυρωματικά σύνολα του ελληνικού χώρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα καστροπολιτείας καταλαμβάνει ολόκληρη την έκταση στα ΝΔ παράλια της Πελοποννήσου, μ’ ένα εξαιρετικό φυσικό λιμάνι, το οποίο κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους αποτελούσε σταθμό στο δρόμο των προσκυνητών για τους Αγίους Τόπους και των εμπορικών πλοίων από τη Δύση στην Ανατολή. Η περίοδος ακμής του κάστρου τοποθετείται στην περίοδο της Α' Ενετοκρατίας (13ος-15ος αιώνας).
Αγγελόκαστρο
Είναι ένα από τα πιο σημαντικά βυζαντινά κάστρα της Ελλάδας. Βρίσκεται στην Κέρκυρα στην κορυφή της πιο ψηλής αιχμής της ακτής του νησιού στη ΒΔ ακτή κοντά στην Παλαιοκαστρίτσα και πάνω στην άκρη της κορυφής της απότομης πλαγιάς. Η προέλευση του ονόματός του δεν είναι απολύτως σαφής, μερικοί ιστορικοί αναφέρουν ότι το 1214 ο Μιχαήλ Α' ο Κομνηνός, δεσπότης της Ηπείρου κατέλαβε την Κέρκυρα και μετά από το θάνατό του, ο Μιχαήλ Β' ο Κομνηνός, οχύρωσε την περιοχή χτίζοντας το κάστρο και του έδωσε το όνομα του πατέρα του: Αγγελόκαστρο. Σήμερα το κάστρο, εσφαλμένα, ονομάζεται Κάστρο του Αρχάγγελου Μιχαήλ. Επειδή η τοποθεσία του κάστρου βρίσκεται σε σημαντική στρατηγική θέση, το Αγγελόκαστρο έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τύχη του νησιού για πολλούς αιώνες. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών το 1997, ανακαλύφθηκαν δύο αρχαίοι χριστιανικοί τάφοι στην άκρη της ακρόπολης, δεικνύοντας ότι η περιοχή κατοικείτο από την πρώιμη βυζαντινή περίοδο (5ος-7ος αιώνας μ.Χ.).
Κάστρο Πλαταμώνα
Είναι κάστρο-πόλη της μεσοβυζαντινής περιόδου (10ος μ.Χ αιώνας), χτισμένο ΝΑ του Ολύμπου, σε θέση στρατηγική που ελέγχει τον δρόμο Μακεδονίας - Θεσσαλίας - Νότιας Ελλάδας. Ο Πύργος του, που δεσπόζει πάνω στην εθνικό οδό, είναι ένα επιβλητικό μεσαιωνικό φρούριο. Χτίστηκε από τον Ρολάνδο Πίσκια, μετά από κατάκτηση, με προτροπή του Βονιφάτιου του Μομφερατικού. Ανασκαφή του 1995 εντόπισε ίχνη ελληνιστικού τείχους (4ος αιώνας) που επιβεβαιώνουν τις απόψεις ότι στη θέση αυτή υπήρχε η αρχαία πόλη Ηράκλειο, «πρώτη πόλις Μακεδονίας...» μετά τα Τέμπη, σύμφωνα με πηγή του 360 π.Χ. Το βυζαντινό τείχος συντηρήθηκε από τους Φράγκους μετά το 1204 και τους Βυζαντινούς τον 14ο αιώνα. Το φρούριο ήταν το βασικότερο στήριγμα του δεσποτάτου του Πλαταμώνα. Αργότερα καταλαμβάνεται από τους Τούρκους, που επίσης επισκευάζουν, αλλά εξακολουθεί να κατοικείται από Χριστιανούς. Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο (1941) βομβαρδίζεται από τα γερμανικά στρατεύματα. Σημαντικά ευρήματα αποτελούν οι βυζαντινοί ναοί του 10ου-11ου και 18ου αιώνα, τα σπίτια 10ου αιώνα, το τμήμα ελληνιστικού τείχους και η πύλη στο τείχος του ακροπυργίου.
Μπούρτζι
Είναι ένα μικρό νησί μπροστά στο λιμάνι του Ναυπλίου καλυμμένο πλήρως από ένα παλιό ενετικό κάστρο, στο οποίο οφείλει και το όνομά του. Το κάστρο αναγέρθηκε από τους Ενετούς μετά την αποχώρηση του Μαχμούτ Πασά το 1473, εφοδιάζοντάς το με νεώτερα πυροβόλα. Το 1502 μεταβάλλοντας οι Ενετοί με οχυρώσεις τη ΝΔ πλευρά της Ακροναυπλίας σε προμαχώνα με επάλξεις, τον συνέδεσαν με τεχνητό βραχίονα από ογκόλιθους στον οποίο και πρόσδεναν αλυσίδα που έφθανε μέχρι το «Μπούρτζι» για τη προφύλαξη του λιμανιού και της πόλης, εξ ου και το όνομα «Λιμένας της Αλύσου». Μετά τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1698) οι Ενετοί ανήγειραν στο νησάκι ισχυρό πύργο και προμαχώνες με πυροβόλα δημιουργώντας έτσι το γνωστό κάστρο που δεσπόζει σήμερα στην είσοδο του λιμανιού του Ναυπλίου. Κατά την Ελληνική επανάσταση του 1821 το Μπούρτζι καταλήφθηκε το 1822 από 50 οπλοφόρους και 150 πυροβολητές των οποίων ηγούνταν οι Άστιγξ, Άνερμαν, Χάνεκ και Δημήτριος Καλλέργης, υπό την ηγεσία του Γάλλου ταγματάρχη Φ. Γκιουρντέν, ο οποίος κανονιοβολούσε το Ναύπλιο από το Μπούρτζι και κατάφερε να ματαιώσει τον «λαθραίο» επισιτισμό των πολιορκούμενων Τούρκων από αγγλικό πλοίο. Κατά τις αιματηρές ελληνικές εμφύλιες διαμάχες (1823–1833), δύο φορές αναγκάσθηκε η τότε κυβέρνηση να καταφύγει στο Μπούρτζι για την ασφάλειά της, στις 25 Μαΐου του 1824 και στις 2 Ιουλίου του 1827. Μετά την έλευση του Βασιλιά Γεωργίου Α' και κατ’ εντολή του, το (1865), το Μπούρτζι αφοπλίστηκε και κατέστη τόπος διαμονής του δημίου της γκιλοτίνας.
Κούλες
Στην είσοδο του λιμανιού του Ηρακλείου Κρήτης, εκεί που τελειώνει ο δυτικός λιμενοβραχίονας, δεσπόζει ένα επιβλητικό κάστρο. Κατά την Ενετοκρατία ήταν γνωστό με τα ονόματα Rocca a Mare ή Castello a Mare ή Castello, δηλαδή κάστρο στη θάλασσα. Επικράτησε τελικά να ονομάζεται Κούλες, όνομα που προέρχεται από την τουρκική ονομασία Su Kulesi. Θεμελιώθηκε την 3η δεκαετία του 16ου αιώνα (1523-1540) πάνω σε μια μικρή βραχώδη έξαρση, όπου παλαιότερα υπήρχε ένας ψηλός στρογγυλός πύργος με επάλξεις. Επειδή η βραχώδης έξαρση ήταν αρκετά μικρή, οι Ενετοί αναγκάστηκαν να συμπληρώσουν την έκταση με αποθέσεις μεγάλων ποσοτήτων φερτών βράχων και ογκόλιθων, που μετέφεραν κυρίως από το νησάκι Ντία και την περιοχή Φρασκιών. Συνήθως γέμιζαν με πέτρες παλαιά άχρηστα πλοία και τα βύθιζαν μαζί με το φορτίο τους στη βόρεια και δυτική πλευρά του βράχου για να αυξηθεί η επιφάνειά του και να δημιουργηθεί κυματοθραύστης. Το κάστρο έχει τη μορφή ενός τετράπλευρου με ένα έντονο προβαλλόμενο τμήμα, σε σχήμα ημικυκλίου στη ΒΑ πλευρά. Η δόμηση έχει γίνει από πολύ ισχυρή τοιχοποιία. Το πάχος των εξωτερικών τοιχωμάτων στη στάθμη του ισογείου από τις 3 πλευρές φτάνει τα 8,70 μ., ενώ από τη μια πλευρά 6,96 μ. Οι εσωτερικοί διαχωριστικοί τοίχοι έχουν πάχος από 1,36 έως 3 μ. Η οροφή του ισογείου διαμορφώνεται με ένα σύστημα θόλων, στους οποίους ανοίγονται μεγάλες οπές εξαερισμού και φωτισμού, που κατέληγαν στο δώμα. Η είσοδος του κάστρου ανοίγεται στη δυτική πλευρά. Εκεί κατέληγε ο δυτικός λιμενοβραχίονας που ξεκινούσε από την Πύλη του μόλου. Η είσοδος ήταν προσεκτικά προστατευμένη: 3 ξύλινες ισχυρές πόρτες υπήρχαν στο θολοσκεπή και ελαφρά κατηφορικό διάδρομο, που οδηγούσε στο εσωτερικό του φρουρίου. Η κύρια δύναμη πυρός του κάστρου είχε συγκεντρωθεί στο ισόγειο. Κανονιοθυρίδες είχαν δημιουργηθεί στα εξωτερικά τοιχώματα. Στο ισόγειο υπήρχαν: μια μεγάλη δεξαμενή νερού, μια φυλακή και διάφοροι αποθηκευτικοί χώροι τροφίμων και πολεμοφοδίων. Στο δώμα του κάστρου οδηγούσαν δυο διαβάσεις που ξεκινούσαν από τον κεντρικό διάδρομο. Εκεί υπήρχε ένα κεκλιμένο επίπεδο από όπου οι Ενετοί ανέβαζαν σέρνοντας τα κανόνια και τα άλλα εφόδια και ένα κλιμακοστάσιο. Το δώμα είχε διαμορφωθεί σαν μια ευρεία πλατεία στην οποία υπήρχε ένα φαρδύ parapetto. Στο κάστρο λειτουργούσε μύλος και φούρνος, που κάλυπταν τις ανάγκες της φρουράς, καθώς και μια εκκλησία. Υπήρχαν ακόμα χώροι κατάκλισης και φρουράς και κατοικίες των αξιωματικών και του διοικητή του οχυρού. Το ενετικό κάστρο Κούλε είναι το πιο φωτογραφημένο σημείο της πόλης και αυτό που πρωτοβλέπει καθώς έρχεται κάποιος με πλοίο στο λιμάνι του ηρακλείου.
Κάστρο Χλεμούτσι
Βρίσκεται στην κορυφή ενός λόφου, του Δήμου Κυλλήνης και δεσπόζει στην πεδιάδα της Ηλείας. Ιδρύθηκε το 1220-1223 από τον Γοδεφρείδο Α' Βιλεαρδουίνο κι αποτέλεσε το πιο ισχυρό φρούριο του Πριγκιπάτου της Αχαΐας. Για την κατασκευή του, ο Γοδεφρείδος Β' ήρθε σε σύγκρουση με τον Καθολικό κλήρο και χρησιμοποίησε τα έσοδά τους για την οικοδόμησή του. Το κάστρο ονομάσθηκε clermont, Ελληνικά Χλεμούτσι και οι Βενετσιάνοι castel tornese, επειδή λανθασμένα πίστευαν ότι ήταν το Φράγκικο νομισματοκοπείο των Τορνεσίων. Μετά το θάνατο του ιδρυτού του, το κάστρο γίνεται πεδίο αναταραχών, ως το 1315 που το κατέλαβαν οι Καταλανοί. Ανακαταλαμβάνεται από τους Φράγκους και παραμένει στη κυριαρχία τους, μέχρι τις αρχές του 1400 που περνάει στην κυριαρχία του Παλατινού Κόντε Κεφαλονιάς και Ζακύνθου και Δεσπότη της Ηπείρου Καρόλου Α' Τόκκου. Το 1427 λόγω του γάμου της κόρης του Λεονάρδου Β' Τόκκου, Μαγδαληνής-Θεοδώρας, με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, το κάστρο περιέρχεται ειρηνικά στον τελευταίο. Το 1460 το κατέλαβαν οι Τούρκοι και οι Ενετοί από το 1687 - 1715 που επανήλθε στους Τούρκους ως το 1821. Το 1826 υπέστη ζημιές, από βομβαρδισμό του Ιμπραήμ. Το Χλεμούτσι διατηρεί τον έντονο φράγκικο χαρακτήρα του, εξαιρετικό δείγμα φρουριακής αρχιτεκτονικής της εποχής της Φραγκοκρατίας.
Κάστρο Μήθυμνας
Βρίσκεται στην κορυφή του πευκόφυτου λόφου του Μολύβου. Θεωρείται ως ένα από τα καλύτερα διατηρημένα κάστρα της Ελλάδας. Πιθανόν κτίστηκε μετά τα μέσα του 13ου αιώνα για προστασία από τους Τούρκους και Φράγκους επιδρομείς. Η ακριβής χρονολογία ίδρυσής του δεν είναι γνωστή. Το 1373 ανακαινίσθηκε από τον Φραγκίσκο Α' Γατελούζο. Προσθήκες έγιναν επίσης και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1462-1912). Πρόκειται για ένα καλοφτιαγμένο κάστρο με γερά τείχη, με επιγραφές, οικόσημα και άλλα διακριτικά στοιχεία. Έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου με πλευρά περίπου 70 μ. και είναι γενικά σε καλή κατάσταση. Εξαίρετο μνημείο είναι η κεντρική είσοδος που είναι κατασκευασμένη από χοντρό ξύλο σκεπασμένο με περίτεχνες μεταλλικές πλάκες. Τα καλοκαίρια πραγματοποιούνται πολιτιστικές και θεατρικές εκδηλώσεις στον εσωτερικό περίβολο του φρουρίου.
Παλαμήδι
Το Παλαμήδι οχυρώθηκε από τους Ενετούς τον 17ο αιώνα. Τα οχυρωματικά έργα άρχισε ο πορθητής Φραγκίσκος Μοροζίνι και τελείωσαν τα τελευταία χρόνια της Β' Ενετικής κυριαρχίας (1686–1715 ). Εκτός από τη ντάπια του Αγίου Ανδρέα, που είναι η ψηλότερη, συναντά κανείς άλλες έξη του Φωκίωνα, του Θεμιστοκλή, του Μιλτιάδη, του Επαμεινώνδα, του Λεωνίδα και του Αχιλλέα. Οι πέντε από αυτές συνδέονται μεταξύ τους μ’ έναν αυλόγυρο, που τον λέγανε τείχος του περιβόλου. Ο Αχιλλέας και ο Μιλτιάδης αποτελούν ξεχωριστά φρούρια. Στο φρούριο υπάρχει το ιστορικό εκκλησάκι του Αποστόλου Ανδρέα, κτισμένο από την εποχή των Ενετών. Στο φρουριακό αυτό συγκρότημα που έκανε το Παλαμήδι απόρθητο, βλέπουμε συχνά τον θυρεό των ενετών, το «λιοντάρι του Αγίου Μάρκου». Τα κελιά των κάστρων που είχαν φιλοξενήσει κατά τη διάρκεια της αντιβασιλείας τον κατάδικο Κολοκοτρώνη, χρησίμευσαν σαν φυλακές και τόπος εκτέλεσης. Το Παλαμήδι πολιορκήθηκε από το πρώτο έτος της επανάστασης. Οι οπλαρχηγοί έκριναν σωστά ότι η εκπόρθηση του θα έδινε στον αγώνα ένα σπουδαίο φρουριακό συγκρότημα και μια εστία κατάλληλη για την κυβέρνηση. Μετά από πολλές προσπάθειες και αποτυχίες, τη νύχτα της 29ης Νοεμβρίου του 1822 ο Στάικος Σταϊκόπουλος με τον Μοσχονησιώτη και 350 διαλεγμένους στρατιώτες κατόρθωσαν να πηδήσουν στη ντάπια του Αχιλλέα και να καταλάβουν το Παλαμήδι. Μετά από λίγο έφθασε ο Κολοκοτρώνης, ο οποίος ανάγκασε τη φρουρά του Ναυπλίου να παραδοθεί και να υπογράψει συνθήκη. Έκτοτε κάθε χρόνο στις 30 Νοεμβρίου εορτάζεται η επέτειος της άλωσης.
Κάστρο Λίνδου
Ο οικισμός της Λίνδου βρίσκεται στη ΝΑ πλευρά του νησιού και σε απόσταση 55 χλμ. από την πόλη της Ρόδου. Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη στη θέση του σημερινού χωριού, μεταξύ της ακρόπολης και του ακρωτηρίου Κράνα. Η Λίνδος είναι ο κυριότερος αρχαιολογικός χώρος της Ρόδου με κέντρο το βράχο της όπου δεσπόζει και το κάστρο της, και μια από τις πιο σημαντικές πόλεις του νησιού. Το κάστρο της Λίνδου αποτελούσε πάντα το κέντρο της ζωής του οικισμού. Τον 6ο αιώνα π.Χ. κυριαρχεί στη Λίνδο η μορφή του τυράννου Κλεόβολου, ενός από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας. Τότε έγιναν σημαντικά έργα υποδομής στην πόλη και οικοδομήθηκε ο αρχαϊκός ναός της Αθηνάς στο κάστρο σύμφωνα με το Διογένη Λαέρτιο. Η περσική εξάπλωση στο Αιγαίο και αργότερα ο συνοικισμός της Ρόδου, στον οποίο συμμετείχε και η Λίνδος με τις δυο άλλες πόλεις του νησιού, την Ιαλυσό και την Κάμιρο, οδήγησαν στη σταδιακή μείωση της οικονομικής και πολιτικής σημασίας της Λίνδου. Ο χώρος του κάστρου της Λίνδου, από τόπος αφιερωμένος αποκλειστικά στη λατρεία στην αρχαιότητα, αποτέλεσε στη συνέχεια ασφαλές καταφύγιο σε περίοδο κρίσεων, για να καταλήξει όλο και περισσότερο με την πάροδο των αιώνων σε οχυρωμένο κάστρο με μόνιμη φρουρά. Τον μεσαίωνα το κάστρο της Λίνδου ενισχύθηκε με νέα κτίσματα από τους Βυζαντινούς και στη συνέχεια από τους ιππότες. Το μεγαλύτερο από τα τμήματα που σώζονται μέχρι σήμερα, είναι μεσαιωνικό.
Πάτμου
Το έρημο αυτό νησί άρχισε να εποικίζεται στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας, όταν ο μοναχός Χριστόδουλος από τη Βιθυνία έλαβε από τον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αλέξιο Α' τον Κομνηνό (1081–1118) την άδεια να ιδρύσει στην Πάτμο τη Μονή Ιωάννου του Θεολόγου πάνω σε ύψωμα ψηλότερα από το σπήλαιο της Αποκάλυψης, ακριβώς πάνω στον αρχαίο βωμό της θεάς Άρτεμης. Η Μονή κτίσθηκε σε μορφή μεσαιωνικού κάστρου με επάλξεις και τείχη επιστήριξης με καθολικό στο κέντρο της, μικρό μεν, καθώς και με άλλα κτίσματα, κελιά και δεξαμενές. Γύρω από τη Μονή άρχισαν να εγκαθίστανται εκτός από τους μοναχούς και κοσμικοί με τις οικογένειές τους χτίζοντας σπίτια και έχοντας ως άσυλο την οχυρωμένη Μονή σε περίπτωση κινδύνου πειρατικής επιδρομής.
Κάστρο Άρτας
Βρίσκεται στην πόλη της Άρτας και είναι από τα πιο όμορφα της Ελλάδας, χαρακτηριστικό δείγμα βυζαντινής οχυρωματικής τέχνης και χτίστηκε τον 13ο αιώνα από τους Κομνηνούς, τους άρχοντες του Δεσποτάτου της Ηπείρου, για να ενισχύσουν την αμυντική ικανότητα της πρωτεύουσάς τους. Το κάστρο στο ΒΑ τμήμα του είναι χτισμένο πάνω στα στιβαρά τείχη της αρχαίας Αμβρακίας που έχουν μεγαλώσει σε ύψος και έχουν ενισχυθεί με οχυρούς πύργους σύμφωνα με τα μεσαιωνικά πρότυπα. Οι αρχαίοι Κορίνθιοι αποίκησαν την Αμβρακία το 625 π.Χ. και την περιτείχισαν. Στις βάσεις του βυζαντινού τείχους, διακρίνονται τμήματα του παλαιού τείχους της Αμβρακίας που χαρακτηρίζεται από την χρησιμοποίηση αρχαίων ογκολίθων με πολύ καλή κατασκευή. Το κάστρο έχει σχήμα μη κανονικού πολυγώνου με μήκος 280 μέτρα, πλάτος 175. Τα τείχη του έχουν ύψος 10 μέτρα και πάχος 2,5 μέτρων. Το κάστρο αναστηλώθηκε και επεκτάθηκε επί Μιχαήλ Β' της Ηπείρου (1230-1268). Διατηρείται σε αρίστη κατάσταση με , πύργους και πυλώνες με πολύ λίγες μεταγενέστερες προσθήκες. Ήταν πολύ ισχυρό κάστρο και χρησιμοποιήθηκε απ’ αυτούς που επαναστάτησαν κατά της βυζαντινής επικυριαρχίας. Έτσι, μόνο με τη διπλωματία ο Ιωάννης Καντακουζηνός έπεισε τον επαναστάτη Βασιλίτζη να το παραδώσει. Κατά το 1204, όταν κατελήφθη η Πόλη από τους σταυροφόρους, εδώ βρήκαν καταφύγιο οι Άρχοντες Άγγελοι Κομνηνοί και ίδρυσαν το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το κάστρο έχασε τη σημασία του γι’ αυτό δεν του έγιναν ιδιαίτερες επεμβάσεις και προσθήκες. Στο εσωτερικό του κάστρου, για μεγάλο χρονικό διάστημα, λειτούργησαν φυλακές. Σε αυτό φυλακίστηκε μάλιστα κι ο στρατηγός Μακρυγιάννης. Σήμερα στο εσωτερικό του κάστρου στεγάζεται το Δημοτικό Θέατρο της πόλης της Άρτας. Κάθε καλοκαίρι το κάστρο φιλοξενεί διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Φραγκοκάστελο
Βρίσκεται στο νότιο μέρος του νομού Χανίων, ανατολικά των Σφακίων. Χτίστηκε από τους Ενετούς τον 14ο αιώνα. Η ιστορική μάχη που έγινε εκεί το 1828 με τη συμμετοχή 650 επαναστατών εναντίων 5.000 Τούρκων χαρακτήρισε την περιοχή. Η σφαγή τους έδωσε τον μύθο των δροσουλιτών. Τέλη Μαΐου λέγεται ότι εμφανίζονται στρατιώτες να περπατούν από το κοντινό νεκροταφείο στο κάστρο.
http://history-pages.blogspot.com
γυρνανε 3-4 χωρες για τα γυρισματα του game of thrones και εμεις εδω εχουμε καστρα για να κανουν γυρισματα για ολα τα βασιλεια σε μια χωρα μονο
ΑπάντησηΔιαγραφή