ροή ειδήσεων

H MAXH ΤΗΣ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ 9 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ–19 NOEMBPIOY 1943

H ιταλική συνθηκολόγηση στις 8-9-1943 δημιούργησε ένα κενό σ'αυτή τη γωνιά της N.A. Μεσογείου που έσπευσαν να καλύψουν τόσο η Γερμανία όσο και η Βρετανία αποδυόμενες σ' ένα σκληρό αγώνα δρόμου. H τελική έκβαση της σύγκρουσης επισφράγισε...
όχι μόνο την τύχη αυτών των νησιών μέχρι το τέλος του πολέμου, αλλά καθόρισε ουσιαστικά και το μεταπολεμικό τους καθεστώς αφού αναχαίτησε τις….τουρκικές βλέψεις σ_ αυτά. -

Γερμανοί αλεξιπτωτιστές προετοιμάζονται στην Κρήτη για την απόβαση στη Λέρο

H ιταλική κυριαρχία στα Δωδεκάνησα, επιβλήθηκε, με προσωρινό χαρακτήρα, το Μάιο του 1912 στα πλαίσια του ιταλοτουρκικού πολέμου, που διεξαγόταν στη Λιβύη.

Εν τούτοις με συνεχή παρελκυστική πολιτική και επωφελούμενη από τους οξύτατους διεθνείς ανταγωνισμούς καθώς και από την έκρηξη του A’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, η Ιταλία πέτυχε να διατηρήσει τη θέση της στα Δωδεκάνησα, από τη στιγμή μάλιστα που τέθηκε στο πλευρό των Δυτικών Συμμάχων, με την Τουρκία στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Μετά το τέλος των εχθροπραξιών, από τις οποίες η Ελλάδα εξήλθε κι αυτή με την πλευρά των νικητών, υπογράφτηκε το 1919 το Ελληνοϊταλικό Σύμφωνο Τιτόνι – Βενιζέλου, το οποίο μεταξύ των άλλων προέβλεπε την απόδοση των Δωδεκανήσων, πλην προσωρινά της Ρόδου, στην Ελλάδα, γεγονός που, όπως ήταν φυσικό ενθουσίασε τον ελληνικό πληθυσμό.

Τα γεγονότα όμως της Μικράς Ασίας καθώς και οι υπαναχωρήσεις των ιταλικών κυβερνήσεων, κατέστησαν ανενεργό το Σύμφωνο και η ιταλική κυριαρχία συνεχίστηκε μέχρι την έναρξη του B’ Παγκοσμίου Πολέμου παρά την αντίδραση του πληθυσμού που εκδηλώθηκε ποικιλόμορφα. Το παζάρεμα με την Τουρκία Το βρετανικό ενδιαφέρον για τα Δωδεκάνησα κατά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε τις καταβολές του στα 1940, όταν η εξουδετέρωση των ιταλικών βάσεων στα νησιά απασχολούσε τους στρατιωτικούς διοικητές της Μέσης Ανατολής. Συνιστούσαν, όχι μόνο απειλή κατά των βρετανικών θέσεων στην περιοχή, αλλά και για την ασφάλεια των βρετανικών νηοπομπών προς την Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου κι αργότερα εν όψει της επικείμενης γερμανικής καθόδου στο χώρο της χερσονήσου του Αίμου.

Τα σχέδια κατάληψης ωστόσο, συνδυάστηκαν με την απώτερη επιδίωξη των Βρετανών για προσέλκυση της Τουρκίας στον πόλεμο κατά της Γερμανίας, επειδή εκτιμήθηκε ότι αυτή η χώρα ήταν απαραίτητη, αφ_ ενός για την ασφάλεια της πετρελαϊκής ζώνης και των επικοινωνιακών κόμβων της Μέσης Ανατολής κι αφ_ ετέρου επειδή ήταν ιδανικό εφαλτήριο για την εξαπόλυση αεροπορικών επιθέσεων κατά των ρουμανικών πετρελαιοπηγών, την κύρια πηγή τροφοδοσίας της Γερμανίας σε καύσιμα.

Για το σκοπό αυτό, προσφέρθηκαν στην Τουρκία ορισμένες ποσότητες οπλισμού, η ανεπάρκεια των οποίων όμως σε συνδυασμό με την ταχεία επικράτηση της Γερμανίας σε βάρος της Γιουγκοσλαβίας κι Ελλάδας την άνοιξη του 1941, καθώς και η καταφανής αδυναμία της Βρετανίας να υποστηρίξει αποτελεσματικά τις δύο χώρες, αποθάρρυναν την τουρκική πλευρά στο να ενταχθεί στο πλευρό των Συμμάχων. Τα επόμενα δύο χρόνια, η προσοχή των Βρετανών εστιάστηκε στον αμφίρροπο αγώνα κατά των δυνάμεων του Άξονα στην B. Αφρική, ενώ οποιαδήποτε απόπειρα προσεταιρισμού της Τουρκίας προσέκρουε σε αντίστοιχες γερμανικές προσπάθειες, καθώς η κάθε πλευρά προσπαθούσε να πλειοδοτήσει σε προσφορές.

H τουρκική κυβέρνηση κατά την πάγια πολιτική της, εκμεταλλευόμενη στο έπακρο τη δικαιολογημένη μέχρις ενός βαθμού σημασία που τις απέδιδαν οι δύο πλευρές, αξίωνε όχι μόνο υπέρογκα υλικά ανταλλάγματα αλλά και εδάφη σε βάρος όλων των ομόρων με αυτήν χωρών. Το θέμα των Δωδεκανήσων επανήλθε στο προσκήνιο τον Ιανουάριο του 1943, όταν πλέον άρχισε να προδιαγράφεται, μετά την απόβαση των Αμερικανών στη B. Αφρική, η τύχη των Γερμανοϊταλικών στρατευμάτων στο χώρο αυτό και άρχισαν να τίθενται τα σχέδια επίθεσης κατά της Ευρώπης.

Θεωρώντας και πάλι, ότι η Τουρκία θα μπορούσε να ηγηθεί μιας βαλκανικής εκστρατείας, η οποία εκτός των άλλων θα διάνοιγε και μια οδό επικοινωνίας με την ΕΣΣΔ, οι Βρετανοί της πρόσφεραν πολεμικό υλικό αξίας 16 εκ. στερλινών από τον Ιανουάριο έως το Μάιο. Μετά τις συνομιλίες δε, που είχε τον Απρίλιο στην Άγκυρα ο Αρχιστράτηγος των χερσαίων βρετανικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, στρατηγός σερ Χένρι Μαίτλαντ Ουίλσον, προβλέφτηκε στα πλαίσια του σχεδίου _Τόλμη_ η σταδιακή παράδοση 50 αεροπορικών μοιρών, 300 A/A και 500 A/T πυροβόλων και 2 τεθωρακισμένων μεραρχιών. Ειδικά για την αποστολή των τελευταίων, ο Βρετανός διοικητής έκρινε ως προσφορότερο χώρο αποβίβασης τη Σμύρνη και γι_ αυτό θεωρούσε απαραίτητη τη διάνοιξη διόδου στο Αιγαίο, με την κατάληψη των Δωδεκανήσων, την οποία θα πραγματοποιούσαν βρετανικά και τουρκικά στρατεύματα.

Οι Βρετανοί επιμελώς απέφυγαν να καθορίσουν το μεταπολεμικό καθεστώς των νησιών, παραγνωρίζοντας την ελληνική τους ταυτότητα και κρατώντας σε άγνοια την εξόριστη Ελληνική κυβέρνηση, για τους διπλωματικούς αυτούς χειρισμούς. Οι Γερμανοί από την άλλη πλευρά, απέναντι στις δελεαστικές προτάσεις των Βρετανών επέσειαν έντεχνα τον κίνδυνο των αντιποίνων. Παρά την ήττα στο Στάλιγκραντ και την απώλεια της B. Αφρικής, η Γερμανία είχε ακόμη επάρκεια δυνάμεων, όπως αποδεικνυόταν και από τις προετοιμασίες για τη νέα θερινή επίθεσή της στο ανατολικό μέτωπο.

Οι Τούρκοι αντιλαμβανόμενοι τον πιθανό κίνδυνο, δήλωναν στους Γερμανούς ότι οι βρετανικές προτάσεις δεν τους έπειθαν, ζητώντας παράλληλα για την παρατεινόμενη ουδετερότητά τους νέα ανταλλάγματα από το Βερολίνο. Όταν κατά τα τέλη Ιουλίου 1943 και μετά τη συμμαχική εισβολή στη Σικελία, ο Μουσολίνι καθαιρέθηκε από το αξίωμά του και σχηματίστηκε κυβέρνηση με επικεφαλής το στρατάρχη Μπαντόλιο, οι Τούρκοι βλέποντας τον αντίπαλό τους στη Μεσόγειο να καταρρέει, έθεσαν αμέσως θέμα Δωδεκανήσων. Επιστροφή τους στον, όπως αυτοαποκαλούνταν, _νόμιμο_ κάτοχό τους.

O Γερμανός πρεσβευτής στην Άγκυρα, φον Πάπεν συνηγόρησε στην παραχώρηση των νησιών στην Τουρκία, αλλά το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών απέρριψε την πρόταση θεωρώντας ότι η κυριαρχία τους εξακολουθούσε να υπάγεται στη δικαιοδοσία της Ιταλίας. Οι Γερμανοί εξουδετερώνουν τους Ιταλούς Τον Αύγουστο οι βρετανικές προετοιμασίες για επίθεση στη Ρόδο, που θεωρείτο λόγω της θέσεώς της και των αεροδρομίων της ως ο κυριότερος στόχος, εντάθηκαν και η 8η Ινδική μεραρχία πεζικού εκπαιδεύτηκε ειδικά για το σκοπό αυτό.

Εν όψει όμως της συμμαχικής εισβολής στην ηπειρωτική Ιταλία, το συμμαχικό Μικτό Συμβούλιο Αρχηγών των Επιτελείων, ζήτησε τη διάθεση της μεραρχίας αυτής στην Κεντρική Μεσόγειο, τα δε προβλεφθέντα για την απόβαση πλοία, στάλθηκαν στην Άπω Ανατολή. Έτσι όταν στις 8 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε επίσημα η ιταλική συνθηκολόγηση, δεν υπήρχαν διαθέσιμα βρετανικά στρατεύματα, για να επέμβουν στα Δωδεκάνησα, πλην της 234ης ταξιαρχίας πεζικού, που αποτελούσε μέχρι πρότινος τη φρουρά της Μάλτας.

H αναγγελία της συνθηκολογήσεως, δημιούργησε ένα κύμα ενθουσιασμού στον ελληνικό πληθυσμό, που ήλπιζε και δικαιολογημένα πλέον στην απαλλαγή του από τον ιταλικό ζυγό. Αλλά και οι ίδιοι οι Ιταλοί στο σύνολό τους, εκτός από ολιγάριθμους πιστούς στο φασιστικό καθεστώς, υποδέχτηκαν το νέο με αισθήματα χαράς και ανακουφίσεως, αφού οι ψευδαισθήσεις για τη νέα Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχαν προ πολλού εκλείψει μετά τις αλλεπάλληλες ήττες του ιταλικού στρατού και τη δεινή κατάσταση, στην οποία περιερχόταν η ίδια η Ιταλία. Με τις διαρκείς παραινέσεις του Τσόρτσιλ προς το στρατηγό Ουίλσον, καταβλήθηκε προσπάθεια να σταλούν στα Δωδεκάνησα διάφορες μονάδες, οι οποίες σε συνεργασία με τις επιτόπιες και φιλικά διακείμενες πλέον ιταλικές δυνάμεις, θα εξασφάλιζαν την κατοχή των νησιών από ενδεχόμενη γερμανική αντίδραση.

Έτσι στις 9 Σεπτεμβρίου ένα απόσπασμα το οποίο περιελάμβανε κι ένα τμήμα της Special Boat Service, δυνάμεως 60 ανδρών, αποβιβάστηκε και κατέλαβε το Καστελλόριζο, ενώ την ίδια ημέρα ο διοικητής της SBS, ταγματάρχης Τζέλικο, έπεσε με αλεξίπτωτο στη Ρόδο, για να ενθαρρύνει την ιταλική διοίκηση να εξουδετερώσει τις εκεί γερμανικές δυνάμεις, εν αναμονή αφίξεως βρετανικών μονάδων. Έχοντας να αντιμετωπίσουν τις υπέρτερες ιταλικές δυνάμεις στην περιοχή, αποτελούμενες από τις μεραρχίες Regina και Kuneo σε Ρόδο και Σάμο αντίστοιχα, πλαισιωμένες από πολυάριθμους άλλους σχηματισμούς του ναυτικού και της αεροπορίας, οι μικρές γερμανικές δυνάμεις είχαν ήδη προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο της ιταλικής αποστασίας και η αντίδρασή τους υπήρξε άμεση.

Κυριότερη μονάδα ήταν η ειδικής συνθέσεως 440η μεραρχία εφόδου Rhodos, δυνάμεως 6000 περίπου ανδρών, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Κλέεμαν, η οποία κι ανέλαβε να εξουδετερώσει τις ιταλικές δυνάμεις στη Ρόδο, που αριθμούσαν συνολικά 40.000 άνδρες. O Ιταλός στρατιωτικός διοικητής Δωδεκανήσου ναύαρχος Καμπιόνι, δήλωσε υπακοή στις αποφάσεις της ιταλικής κυβερνήσεως και ήλθε σε συνεννόηση με τον Κλέεμαν για την αποφυγή οποιασδήποτε προκλήσεως από κάθε πλευρά αναμένοντας νέες οδηγίες. O Γερμανός ωστόσο διοικητής, αφού αδρανοποίησε τον αντίπαλό του, την επομένη ημέρα κίνησε αποσπάσματα πεζικού ενισχυμένα με τεθωρακισμένα για την κατάληψη των ζωτικής σημασίας αεροδρομίων των Μαριτσών, του Γαδουρά (Καλάθου) και της Κατταβιάς. Στα Μαριτσά, η ιταλική φρουρά αφοπλίστηκε γρήγορα κι αναίμακτα. H ιταλική διοίκηση όμως διαμαρτυρήθηκε έντονα και δόθηκε εντολή στις πυροβολαρχίες των παρακειμένων υψωμάτων Φιλερήμου και Παραδεισίου να βάλλουν κατά του αεροδρομίου. Προς αποφυγή περαιτέρω εμπλοκής, οι Γερμανοί προσποιήθηκαν ότι η ενέργεια προήλθε από σύγχυση και αποχώρησαν από το αεροδρόμιο αφήνοντας όμως περιμετρικά φυλάκια. H καχυποψία όμως που γεννήθηκε από το επεισόδιο καθώς και από άλλα παρεμφερή σε άλλα σημεία της Ρόδου, κινητοποίησε μεμονωμένους Ιταλούς διοικητές, οι οποίοι παρά την έλλειψη οποιονδήποτε διαταγών από τον Καμπιόνι, αντέδρασαν δυναμικά στις γερμανικές ενέργειες. Έτσι όταν ένα άλλο παρόμοιο γερμανικό απόσπασμα εμφανίστηκε στο αεροδρόμιο του Γαδουρά, έγινε δεκτό με πυρά και η μάχη γενικεύτηκε προοδευτικά σε όλο το νησί.

Οι Γερμανοί χρησιμοποιώντας άρματα μάχης της επιλαρχίας Rhodos και με την υποστήριξη Stuka από την Κρήτη, άρχισαν να καταβάλλουν τμηματικά τις ιταλικές μονάδες, έως ότου με την απειλή βομβαρδισμού της ίδιας της πόλεως της Ρόδου, όπου και η έδρα της ιταλικής διοικήσεως, υποχρέωσαν τον Καμπιόνι να διατάξει την κατάθεση των όπλων. Στις 11 του μηνός, κάθε αντίσταση είχε παύσει, οι Γερμανοί ήταν απόλυτοι κύριοι του νησιού και ο Βρετανός σύνδεσμος αναγκάστηκε να φύγει εσπευσμένα. Το ιταλικό προσωπικό είχε την τύχη όλων των ιταλικών στρατευμάτων, τα οποία εκείνες τις ημέρες αφοπλίστηκαν από τους μέχρι πρότινος συμμάχους τους. Πολλοί αξιωματικοί εκτελέστηκαν επί τόπου, η δε μάζα των ανδρών περιορίστηκε σε στρατόπεδα κι αργότερα στάλθηκε με πλοία στην Ελλάδα και B. Ιταλία.

Αρκετοί δεν έφτασαν ποτέ, καθώς χάθηκαν στη θάλασσα, θύματα τορπιλισμών από συμμαχικά σκάφη. Ένας μικρός αριθμός αποφάσισε λόγω πολιτικών πεποιθήσεων να συνεχίσει τον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας. Τέλος, ο ναύαρχος Καμπιόνι μεταφέρθηκε στην Πάρμα της Ιταλίας, όπου κι εκτελέστηκε ως προδότης στα τέλη ΜαΪου του 1944. H μάχη φουντώνει H απρόσμενη απώλεια της Ρόδου ανησύχησε τους Βρετανούς, οι οποίοι διαπίστωσαν ότι είχαν υπερτιμήσει τις ιταλικές δυνατότητες και αντίστοιχα υποτιμήσει την γερμανική αντίδραση. Αν και η Ρόδος απέφρασε κι απομόνωνε τα υπόλοιπα νησιά, εν τούτοις η αποστολή διαφόρων βρετανικών τμημάτων συνεχίστηκε τις επόμενες ημέρες στη Σύμη, στην Κω στις 12 Σεπτεμβρίου, όπου άρχισε η εγκατάσταση ενός τάγματος πεζικού του Durham Light Infantry καθώς και η άφιξη του 7ου Νοτιοαφρικανικού σμήνους με Spitfire, όπως επίσης και στη Λέρο με την άφιξη του ταγματάρχη Τζέλικο και από τις 15 Σεπτεμβρίου του πρώτου τάγματος της 234ης ταξιαρχίας.

Εκείνες τις ημέρες το Ελληνικό πολεμικό ναυτικό, υπέστη και μια οδυνηρή απώλεια, όταν το υποβρύχιο _Κατσώνης_ βυθίστηκε από γερμανικό ανθυποβρυχιακό σκάφος, έξω από τη Σκιάθο, στις 14 Σεπτεμβρίου. Τα 32 μέλη του πληρώματος, μεταξύ των οποίων ο κυβερνήτης Αντιπλοίαρχος Λάσκος, βρήκαν το θάνατο. H Κω με το αεροδρόμιο της Αντιμάχειας και η Λέρος με την οργανωμένη ναυτική της βάση, κρίθηκε ότι ήταν δυνατό να κρατηθούν μαζί με τη Σάμο. Οι αποβιβάσεις και στα δύο νησιά συνεχίστηκαν και στην μεν Κω η δύναμη των Βρετανών ανήλθε σε 1600 άνδρες, εκ των οποίων 1100 μάχιμοι, εφοδιασμένοι με 24 A/A πυροβόλα Bofors, πλάι σε 2500 Ιταλούς, οι οποίοι διέθεταν και μερικά καταδιωκτικά, ενώ στη Λέρο η φρουρά ενισχυόταν διαρκώς.

Στις 17 και 18 Σεπτεμβρίου, η Κάρπαθος και η Κάσος έπεσαν διαδοχικά στα χέρια των Γερμανών, κλείνοντας την αλυσίδα των υπό την κατοχή τους νησιών από την Κρήτη έως τη Ρόδο. Το συμμαχικό ναυτικό επενέβη με τη σειρά του και τα αντιτορπιλικά Faulknor, Eclips και _Βασίλισσα Όλγα_ (με κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Μπλέσσας) βύθισαν 2 εμπορικά πλοία στα βόρεια της Αστυπάλαιας. Στις 22 Σεπτεμβρίου, ο στρατηγός Ουίλσον με σήμα του προς τον Τσόρτσιλ, κατέστησε σαφές, ότι για τις επιχειρήσεις στα Δωδεκάνησα ήταν απαραίτητη η ανακατάληψη της Ρόδου, την οποία προγραμμάτιζε για τις 20 Οκτωβρίου με τη συμμετοχή της 10ης Ινδικής μεραρχίας και τμήματος μιας τεθωρακισμένης ταξιαρχίας, ενώ ζητούσε και αριθμό μεταγωγικών αεροσκαφών για ρίψη αλεξιπτωτιστών. H σχετική αίτηση διαβιβάστηκε από τον Τσόρτσιλ στο στρατηγό Αϊζενχάουερ αλλά η απάντηση από τον ίδιο τον Αμερικανό Πρόεδρο Ρούσβελτ δεν άφηνε κανένα περιθώριο, με τη δικαιολογία ότι εν όψει της επιχείρησης Overlord, δηλαδή της προγραμματισμένης για τα τέλη της άνοιξης του 1944 αποβάσεως στη B. Γαλλία, δεν έπρεπε να γίνει οποιαδήποτε διασπάθιση δυνάμεων και υλικού και να διαταραχτεί η συγκέντρωση των απαραίτητων μέσων.

Φυσικά με αυτή την άρνηση, οι επιχειρήσεις στα Δωδεκάνησα καταδικάζονταν σε αποτυχία, αφού οι Βρετανοί είχαν ήδη διαθέσει τα περισσότερα δικά τους μέσα στα διάφορα θέατρα του πολέμου και τα εναπομείναντα ήταν ελάχιστα. Σε αντίθεση με τις συμμαχικές διαφωνίες, ο Χίτλερ συγκάλεσε στις 24 Σεπτεμβρίου σύσκεψη στο στρατηγείο του. Ορισμένοι επιτελείς του πρότειναν ότι θα ήταν φρόνιμο να αποσύρει τις δυνάμεις του απ_ όλα τα ελληνικά νησιά, αφού με την τροπή που είχε πάρει ο πόλεμος η κατοχή τους δεν εξυπηρετούσε σε τίποτα. O Χίτλερ όμως αποφάσισε να τα διατηρήσει πάση θυσία, εκτιμώντας ότι ενδεχόμενη γερμανική αποχώρηση θα αποδείκνυε τη γερμανική αδυναμία, με άμεση συνέπεια την είσοδο της Τουρκίας στον πόλεμο και τον κλονισμό των συμμάχων της, Βουλγαρίας και Ρουμανίας.

Επικεφαλής των στατευμάτων που θα δρούσαν στην περιοχή, όρισε το στρατηγό Μίλερ, διοικητή της 22ης μεραρχίας στην Κρήτη κι άρχισε να συγκεντρώνει στα αεροδρόμια της N. Ελλάδας δύναμη 300 περίπου αεροσκαφών, που απέσπασε παρά τις σοβαρές ελλείψεις από τα μέτωπα Ιταλίας και N. Ρωσίας. Οι συνέπειες αυτών των ενεργειών φάνηκαν γρήγορα κι ήσαν οδυνηρές. Στις 26 Σεπτεμβρίου, άρχισαν οι μαζικές αεροπορικές επιδρομές ειδικά κατά της Λέρου. Στο λιμάνι Λακκί του νησιού αυτού, βομβαρδίστηκαν και βυθίστηκαν τα αντιτορπιλικά Intrepid και _Βασ. Όλγα_, το τελευταίο με απώλειες 70 νεκρών (μεταξύ των οποίων κι ο κυβερνήτης του) και πολλούς τραυματίες. Είναι χαρακτηριστική στην περίπτωση αυτή η αδράνεια των ιταλικών πυροβολαρχιών, οι οποίες αν και διέθεταν ηχοεντοπιστές δεν αντέδρασαν παρά μόνο όταν τα αεροσκάφη ήσαν ήδη επάνω από το λιμάνι.

Παρ_ ότι οι Ιταλοί είχαν θεωρητικά συμπαραταχτεί με τους συμμάχους άρα και με τους Έλληνες, εν τούτοις υπέβοσκε μια αμοιβαία καχυποψία, η οποία έφτανε τα όρια της απροκάλυπτης αντιπάθειας. Ίσως δεν είναι τυχαίο για την ιταλική αδράνεια, το γεγονός ότι λίγες ημέρες πριν κατά την άφιξη του _Βασ. Όλγα_ στη Λέρο, ένας Έλληνας ναύτης περιέβρεξε την ιταλική σημαία ενός μικρού πλοίου με μια μάνικα, με συνέπεια να διατυπωθούν ευθείες απειλές από τον Ιταλό ναύαρχο Μασκέρπα, διοικητή του νησιού, για βύθιση του ελληνικού πλοίου, εφόσον δεν υπήρχε επίσημη συγγνώμη από τον κυβερνήτη του, κάτι που έγινε.

Οι γερμανικές επιθέσεις συνεχίστηκαν με σφοδρότητα και την 1η Οκτωβρίου βυθίστηκε στον όρμο Παρθένι της Λέρου, το ιταλικό αντιτορπιλικό Euro. Την επομένη λόγω έλλειψης καυσίμων, δεν έγινε δυνατή η προσβολή από συμμαχικά αντιτορπιλικά της γερμανικής νηοπομπής που έπλεε στις Κυκλάδες με σκοπό την κατάληψη της Κω.

Στις 3 Οκτωβρίου δύο τακτικά συγκροτήματα που περιελάμβαναν τα II/65, II/16 τάγματα πεζικού κι ένα λόχο αμφιβίων καταδρομέων, 2000 άνδρες συνολικά, αποβιβάστηκαν στο Μαρμάρι της Κω και τις Θέρμες, ενώ ο 15ος λόχος αλεξιπτωτιστών της μεραρχίας καταδρομών Brandebourg έπεσε στο αεροδρόμιο της Αντιμάχειας. H αντίσταση υπήρξε ασθενής και το ίδιο απόγευμα οι Γερμανοί εισήλθαν στην πόλη της Κω. Οι Βρετανοί προσπάθησαν να διαφύγουν προς τις κοντινές τουρκικές ακτές, το μεγαλύτερο όμως μέρος της δυνάμεώς τους αιχμαλωτίστηκε, όπως και ολόκληρη η ιταλική φρουρά. Με την απώλεια και της Κω και του αεροδρομίου της, η κατάσταση για τους Βρετανούς επιδεινώθηκε δεδομένου ότι η αεροπορική προστασία των υπολοίπων βρετανικών και ιταλικών δυνάμεων, θα έπρεπε να παρέχεται από αεροσκάφη που θα εξορμούσαν από τα αεροδρόμια της Αιγύπτου, σε μια χρονική περίοδο που η Λουφτβάφε εμφανιζόταν με ολοένα και μεγαλύτερους αριθμούς στο θέατρο των επιχειρήσεων. Απαραίτητη ήταν συνεπώς η παρουσία αεροσκαφών μακράς ακτίνας δράσεως, τα οποία θα υποστήριζαν τις χερσαίες και θαλάσσιες επιχειρήσεις.

Πράγματι ο Αϊζενχάουερ παραχώρησε προσωρινά ένα μεγάλο αριθμό καταδιωκτικών P-38 Lightning, ενώ ο βρετανικός στόλος ενισχύθηκε με 5 καταδρομικά και 2 αντιτορπιλικά από τις βρετανικές δυνάμεις της Κεντρικής Μεσογείου. Τα αποτελέσματα φάνηκαν σχεδόν αμέσως, όταν στις 6 Οκτωβρίου καταστράφηκε από σκάφη επιφανείας μια γερμανική νηοπομπή 8 πλοίων. Την επομένη μια γερμανική απόπειρα καταλήψεως της Σύμης από τμήμα της μεραρχίας εφόδου Rhodos απέτυχε αλλά το γεγονός αντισταθμίστηκε από την αναίμακτη κατάληψη της Καλύμνου καθώς η ιταλική φρουρά δεν προέβαλε αντίσταση και 250 Άγγλοι καταδρομείς αποσύρθηκαν έγκαιρα. Απέναντι στις συμμαχικές ναυτικές περιπολίες υπήρξε έντονη αντίδραση της Λουφτβάφε και στις 9 Οκτωβρίου στο στενό της Καρπάθου 25 Ju-87 και Ju-88 επιτέθηκαν και παρά τις βαριές απώλειες που υπέστησαν από τα P-38, βύθισαν το αντιτορπιλικό Panther και προξένησαν ζημιές στο καταδρομικό Carlisle. Το ελληνικό αντιτορπιλικό _Μιαούλης_ (με κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Νικητιάδη) απέφυγε επιδέξια τις επιθέσεις εναντίον του και περισυνέλλεξε ναυαγούς, αποσπώντας για τις ενέργειές του αυτές τα συγχαρητήρια των Βρετανών.

Την ίδια ημέρα στη συμμαχική διάσκεψη κορυφής στην Τύνιδα, αποφασίστηκε η διατήρηση της Σάμου, της Λέρου και του Καστελλόριζου. Ωστόσο κάθε σκέψη για ανακατάληψη της Ρόδου εξανεμίστηκε όταν έγινε γνωστό ότι οι Γερμανοί θα κατέβαλλαν κάθε προσπάθεια για να συγκρατήσουν τους συμμάχους νοτίως της Ρώμης και οι τελευταίες μονάδες που απέμεναν για την εκτέλεση της εν λόγω επιχείρησης θα έπρεπε να μεταφερθούν κι αυτές στο ιταλικό μέτωπο. Με αυτά τα δεδομένα ήταν αδύνατο να κρατηθούν τα Δωδεκάνησα και ο στρατηγός Ουίλσον επεσήμανε στον Τσόρτσιλ ότι χρειαζόταν επέμβαση της Τουρκίας. Στις 11 του μηνός σημειώθηκε και νέα δυσάρεστη τροπή, αφού τα Lightning ανακλύθηκαν κι αυτά στην Ιταλία. Στο εξής η αεροπορική κάλυψη των επιχειρήσεων θα έπρεπε να βασίζεται σε αεροσκάφη Beaufighter κατωτέρων επιδόσεων. Τις επόμενες ημέρες οι Γερμανοί κατέλαβαν τη Νίσυρο, τη Λεβίθα και τη Σύμη και πύκνωσαν οι θαλάσσιες μεταφορές στρατευμάτων και υλικού από την ηπειρωτική Ελλάδα όχι όμως χωρίς απώλειες αφού βυθίστηκαν 6 πλοία διαφόρων εκτοπισμάτων.

Στις 19 Οκτωβρίου, συναντήθηκαν στη Μόσχα οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της ΕΣΣΔ και συζήτησαν μεταξύ των άλλων και το θέμα των Δωδεκανήσων. Τόσο ο Βρετανός όσο και ο Σοβιετικός ομόλογός του τάχθηκαν υπέρ της εισόδου της Τουρκίας στον πόλεμο και μόνο ο Αμερικανός υπουργός αντέδρασε σε αυτή την προοπτική, υποστηρίζοντας ότι το μόνο που θα έπρεπε να ζητήσουν από την Τουρκία ήταν η παροχή κάποιων αεροδρομίων για τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων χωρίς ωστόσο να της δοθούν επιπρόσθετα ανταλλάγματα. Ενώπιον αυτής της καταστάσεως, η είσοδος της Τουρκίας στον πόλεμο αναβλήθηκε πάλι και το μόνο που πέτυχαν οι Βρετανοί ήταν ο ασφαλής ελλιμενισμός των σκαφών τους στα τουρκικά χωρικά ύδατα, προς αποφυγή επιθέσεων της Λουφτβάφε. Στις 22 Οκτωβρίου οι Γερμανοί αποβιβάστηκαν στην Αστυπάλαια και τις μέρες που ακολούθησαν ο συμμαχικός στόλος υπέστη μια σειρά απωλειών με τη βύθιση του υποβρυχίου Trooper και την καταστροφή των αντιτορπιλικών Hurworth και Eclipse από ναρκοπέδιο ανατολικά της Καλύμνου, όπως και την προσωρινή αχρήστευση του ελληνικού αντιτορπιλικού _Αδρίας_ (με κυβερνήτη τον Αντιπλοίαρχο Τούμπα), το οποίο με κομμένη την πλώρη του από έκρηξη νάρκης στο ίδιο ναρκοπέδιο, κατέφυγε στον όρμο Γκουμουλτσούκ της Τουρκίας.

Οι απώλειες του πληρώματος ανήλθαν σε 21 νεκρούς και 21 τραυματίες και το πλοίο κατά παράβαση των διεθνών κανόνων αλλά με τη διακριτική ανοχή της τουρκικής κυβερνήσεως, παρέμεινε στα τουρκικά χωρικά ύδατα για πρόχειρες επισκευές. Στις 1 Δεκεμβρίου απέπλευσε για την Αλεξάνδρεια, στην οποία κι έφτασε μετά από περιπετειώδη πλου στις 6 του μηνός εν μέσω ενθουσιωδών επευφημιών από τα πληρώματα των ελλιμενισμένων σκαφών του συμμαχικού στόλου. H περιπέτεια του _Αδρίας_ αποτελεί ένα από τα ηρωικότερα παραδείγματα στα ναυτικά χρονικά και το αίσιο τέλος της, οφείλεται στις ικανότητες και τα ψυχικά αποθέματα κυβερνήτου και πληρώματος.

Στις 30 Οκτωβρίου αποφασίστηκε στο Κάιρο η περαιτέρω ενίσχυση της Λέρου και της Σάμου. Στη Λέρο ολοκληρώθηκε η αποβίβαση της 234ης ταξιαρχίας, ενώ στη Σάμο πραγματοποιήθηκε την ίδια ημέρα ρίψη 200 Ιερολοχιτών με επικεφαλής το διοικητή του Ιερού Λόχου, συνταγματάρχη Χριστόδουλο Τσιγάντε, ο οποίος εκτέλεσε το άλμα, χωρίς να έχει υποστεί εκπαίδευση και προσγειώθηκε προς γενική κατάπληξη σώος και αβλαβής. Ένα άλλο κλιμάκιο 114 Ιερολοχιτών με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Μεσσηνόπουλο μεταφέρθηκε με πλοίο τις επόμενες ημέρες. O σταθμός διοικήσεως της μονάδας εγκαταστάθηκε στους Μυτιληνιούς, ενώ ένα τμήμα τοποθετήθηκε στο Καρλόβασι προς επιτήρηση 2 ταγμάτων Ιταλών Μελανοχιτώνων, οι οποίοι ασφαλώς και δεν ήσαν αξιόπιστοι. Συνολικά η φρουρά της Λέρου περιελάμβανε 3000 Βρετανούς της 234ης ταξιαρχίας υπό τη διοίκηση του ταξιάρχου Τίλνεϊ, που ανέπτυξε τα τρία τάγματα πεζικού του στις ορεινές ζώνες του νησιού. Το μεν 2nd Buffs στο Βορρά, τα δε 2nd Royal Irish Fusiliers και King_s Regiment στο Νότο. Επίσης υπήρχαν 6000 Ιταλοί υπό το ναύαρχο Μασκέρπα κατά το πλείστον ναύτες που επάνδρωναν τις ναυτικές εγκαταστάσεις καθώς και τις 26 πυροβολαρχίες που κάλυπταν το νησί με ένα σύνολο 120 πυροβόλων διαμετρήματος 76-152 χιλ., ενώ υπήρχε για υποστήριξη κι ένα τάγμα πεζικού. Στα ναυτικά μέσα περιλαμβάνονταν 8 τορπιλοβόλα και μερικά άλλα βοηθητικά. H κατάσταση των πυροβολαρχιών δεν ήταν καλή, γιατί τα πυροβόλα τόσο τα επάκτια όσο και τα A/A είχαν μέτριες επιδόσεις και το κυριότερο ήσαν υπερβολικά εκτεθειμένα σε αεροπορικές επιδρομές λόγω κακής οργανώσεως και ελλειπούς παραλλαγής.

Τα ποντισμένα ναρκοπέδια, τέλος, ήταν γνωστά στους Γερμανούς. Στη Σάμο υπήρχε ο Ιερός Λόχος, το βρετανικό τάγμα 2nd Queen_s Own Royal West Kent με 700 άνδρες, η ιταλική μεραρχία Kuneo 8000 ανδρών (2 συντάγματα πεζικού, 1 σύνταγμα πυροβολικού, 4 ελαφρές A/A πυροβολαρχίες και 2 τάγματα μελανοχιτώνων) μαζί με βοηθητικό προσωπικό 3000 ανδρών, υπό το στρατηγό Σολνταρέλι, διοικητή των ιταλικών δυνάμεων στα Δωδεκάνησα, μετά την αιχμαλωσία του ναυάρχου Καμπιόνι. Στις παραπάνω δυνάμεις είχαν προστεθεί και 1200 ντόπιοι αντάρτες.

Είναι ενδεικτικό της βρετανικής πολιτικής, ότι στα Δωδεκάνησα δεν ενέπλεξαν ελληνικές δυνάμεις παρά τις αντίθετες επιθυμίες της εξόριστης ελληνικής κυβερνήσεως, επειδή οι Βρετανοί δεν ήθελαν να προεξοφλήσουν την απόδοση των νησιών αυτών στην Ελλάδα κι εξακολουθούσαν να διαπραγματεύονται την είσοδο της Τουρκίας στον πόλεμο. Οι ελάχιστοι Ιερολοχίτες που εμφανίστηκαν στα Δωδεκάνησα εκείνη την περίοδο, έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό από τον ελληνικό πληθυσμό κι αυτό προμήνυε εκείνο που θα επακολουθούσε και τις εντυπώσεις που θα δημιουργούσε τυχόν άφιξη μεγάλου αριθμού ελληνικών στρατευμάτων της Μέσης Ανατολής. Στη Σάμο, η οποία δεν ανήκε στα Δωδεκάνησα και περιλαμβανόταν βέβαια στα προπολεμικά όρια του ελληνικού κράτους, επιτράπηκε η αποβίβαση του Ιερού Λόχου, αλλά και πάλι δε θέλησαν και σ_ αυτό το νησί να γίνει εμφανής η ελληνική διοίκηση, για να μην προκαλέσουν την Τουρκία, στην οποία πιθανώς θα μπορούσε να δοθεί ως αντάλλαγμα.

Εκτός των άλλων, εντελώς αχαρακτήριστα, κατεκράτησαν το με ημερομηνία 14-9-43 διάγγελμα του Έλληνα βασιλιά Γεωργίου B’, το οποίο απευθυνόταν στο λαό της Σάμου και χαιρέτιζε την απελευθέρωση του νησιού. Έτσι η ελληνική κυβέρνηση καθ_ όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων τέθηκε στο περιθώριο, βυθισμένη σε πλήρη άγνοια. H μάχη της Λέρου Στις 4 Νοεμβρίου έγιναν εμφανείς οι γερμανικές συγκεντρώσεις πλωτών μέσων και στρατευμάτων στον Πειραιά και το Λαύριο, που θα εισέβαλλαν στη Λέρο. Κινητοποιήθηκε κάθε διαθέσιμο μέσο και συγκεντρώθηκαν για την υποστήριξη των επιχειρήσεων 2 αντιτορπιλικά, 3 ανθυποβρυχιακά, 6 περιπολικά καθώς και 30 άλλα πλοία κατά το πλείστον αποβατικά. Τα στρατεύματα κατά τους συμμαχικούς υπολογισμούς αριθμούσαν περίπου 4000 άνδρες. H _παιδική σταυροφορία_, όπως βάφτισαν οι Γερμανοί στρατιώτες, λόγω του μικρού εκτοπίσματος των πλοίων τους, την όλη κίνηση των νηοπομπών προς τα Δωδεκάνησα, άρχισε στις 5 Νοεμβρίου κάτω από ισχυρή προστασία καταδιωκτικών. Τα πλοία χωρίστηκαν σε μικρές ομάδες και πραγματοποίησαν την κίνησή τους με άλματα από νησί σε νησί, ταξιδεύοντας την ημέρα και καταφεύγοντας το βράδι σε μικρούς όρμους με προσεκτική παραλλαγή, για να αποφύγουν τον εντοπισμό τους από τα συμμαχικά πλοία. Οι Βρετανοί εξεπέλυσαν αλλεπάλληλες αεροπορικές επιθέσεις με Beaufighter και Mitchell του 201ου Σμήνους Ναυτικής Συνεργασίας κατά των γερμανικών στολίσκων χωρίς όμως αποτέλεσμα, γιατί η αεροπορική κάλυψη κατόρθωνε πάντα να τις αποκρούει.

Ούτε όμως και το ναυτικό είχε καλύτερα αποτελέσματα, γιατί η διασπορά και η απόκρυψη των γερμανικών πλοίων δεν επέτρεψε την προσβολή τους. Στις 10 Νοεμβρίου τα γερμανικά πλοία συγκεντρώθηκαν στην Κω κι άρχισαν οι τελικές προετοιμασίες για την επίθεση κατά της Λέρου. Τα πλοία διαμοιράστηκαν στα λιμάνια Κω, Μαρμάρι Κω και Καλύμνου απ_ όπου και θα ξεκινούσαν. Σύμφωνα με το σχέδιο του στρατηγού Μίλερ χωρίστηκαν σε 4 ομάδες, για να προσβάλλουν τη Λέρο σε 3 διαφορετικά σημεία ταυτόχρονα. H πρώτη ομάδα αποβατικών από 6 σκάφη θα μετέφερε το II/16 τάγμα της 22ης μεραρχίας υπό τη διοίκηση του λοχαγού ‘σοφ στη δυτική πλευρά στον κόλπο της Γούρνας. Στα ανατολικά, η δεύτερη ομάδα με 12 πλοία εκ των οποίων 9 του 780ου λόχου αποβάσεων μηχανικού του λοχαγού Μπούντε θα μετέφεραν βορείως του κόλπου των Αλίντων, το II/65 τάγμα της 22ης μεραρχίας και το II/22 τάγμα της 11ης μεραρχίας εκστρατείας της Λουφτβάφε με διοικητές αντίστοιχα τους ταγματάρχες φον Ζάλντερν και Μπότχερ. H τρίτη ομάδα με 3 σκάφη εφόδου θα αποβίβαζε τον 1ο λόχο αμφιβίων καταδρομέων της μεραρχίας Brandebourg με επικεφαλής το λοχαγό Κίλμαν ακριβώς νοτίως του κόλπου των Αλίντων. Τέλος, η τέταρτη ομάδα πλοίων με 3 ελαφρά σκάφη θα πραγματοποιούσε παραπλανητική κίνηση στο νοτιότερο τμήμα της Λέρου. Οι παραπάνω αποβάσεις συνδυασμένες με την αεραπόβαση του I/2 τάγματος αλεξιπτωτιστών υπό το λοχαγό Κίνε στο στενότερο σημείο της Λέρου, θα απέκοπταν το νησί στα δύο και αφού κατέβαλλαν τους αμυνομένους στο νότιο τμήμα, εν συνεχεία θα εξουδετέρωναν τις υπόλοιπες δυνάμεις στο βόρειο.

H επιχείρηση δύο φάσεων, έλαβε την ονομασία _Typhoon/ Leopard_. Το βράδι 10/11 Νοεμβρίου, τα βρετανικά αντιτορπιλικά Petard, Rockwood, και το πολωνικό Krakowiak, βομβάρδισαν το λιμάνι της Καλύμνου ενώ άλλα 3, τα Faulknor, Beaufort και το ελληνικό _Πίνδος_ (με κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Φοίφα) χτύπησαν το λιμάνι της Κω σε μια προσπάθεια να καταστρέψουν τα γερμανικά πλοία στους χώρους συγκεντρώσεώς τους, χωρίς ωστόσο κανένα θετικό αποτέλεσμα. Τα αντιτορπιλικά στη συνέχεια κατέφυγαν στα τουρκικά παράλια. Το επόμενο πρωί, διαπιστώθηκε από αεροπορικές αναγνωρίσεις ότι η εισβολή ήταν επικείμενη και ειδοποιήθηκαν τα συμμαχικά αντιτορπιλικά να είναι έτοιμα προς απόπλου, για να προσβάλλουν το γερμανικό στόλο εισβολής. Το βράδι στις 20:00 τα γερμανικά πλοία επανάπλευσαν στα λιμάνια τους, γιατί εμφανίστηκαν βρετανικά σκάφη και το ίδιο επαναλήφθηκε μια ώρα αργότερα. Τελικά με κάποια καθυστέρηση ο στόλος απέπλευσε για τρίτη φορά οριστικά για τη Λέρο. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, συμμαχικό αναγνωριστικό αεροσκάφος εντόπισε 2 ομάδες πλοίων να κινούνται ανατολικά της Καλύμνου μέσα σε ναρκοθετημένη ζώνη με κατεύθυνση προς Βορρά.

Παραδόξως η αναφορά αυτή δεν αξιολογήθηκε από τη Βρετανική Ναυτική Διοίκηση. Ανάμεσα στα γερμανικά πλοία βρέθηκε τυχαία και το μικρό καΪκι με την ομάδα του Ιερολοχίτη υπολοχαγού Ζαχαράκη, που επέστρεφε στη Λέρο από αναγνωριστική περιπολία σε γειτονικά νησιά και το οποίο χωρίς να γίνει αντιληπτό, κατάφερε να γυρίσει στη Λέρο και να αποβιβάσει εν όψει της επικείμενης μάχης την ομάδα. Στις 06:00 της 12ης Νοεμβρίου, τα γερμανικά πλοία προσέγγισαν τα σημεία αποβάσεως. Νοτίως του μυχού του κόλπου των Αλίντων, ο λόχος των αμφιβίων καταδρομέων αποβιβάστηκε ταχύτητα σε ένα όρμο που σχηματίζεται ανάμεσα στο ύψωμα του Κάστρου και στο ύψωμα Πιτύκι. Ένα αποβατικό χτυπήθηκε και καταστράφηκε, το τμήμα όμως αναπτύχθηκε στις πλαγιές των υψωμάτων κι άρχισε να προωθείται μεθοδικά. Τα ιταλικά πυροβόλα που βρίσκονταν σ_ αυτά τα υψώματα, ήταν αδύνατο να βάλλουν κατά των επιτιθεμένων και σύντομα οι Ιταλοί έχασαν το πλέον προωθημένο πυροβολείο τους στο Πιτύκι. Μια αντεπίθεση όμως του 2nd Royal Irish Fusiliers αποκατέστησε προσωρινά την κατάσταση αποθώντας τους Γερμανούς προς τη θάλασσα. Μέσα στον ίδιο τον κόλπο των Αλίντων εμφανίστηκε τολμηρά ένα γερμανικό αποβατικό, το οποίο πλέοντας κοντά στη βόρεια ακτή του κόλπου, αιφνιδίασε προς στιγμήν τους πάντες με την παρουσία του. H ιταλική πυροβολαρχία από την απέναντι ακτή στο Προύζι απέτυχε να το χτυπήσει έως ότου ένα βρετανικό Bofors κατάφερε με αλλεπάλληλες βολές να προξενήσει σοβαρές ζημιές στο σκάφος, το οποίο προσάραξε φλεγόμενο στην ακτή.

Το αποβατικό απόσπασμα που ανήκε στο II/65 τάγμα διασώθηκε με μικρές απώλειες και αφού αποβιβάστηκε γρήγορα, σταθεροποιήθηκε στην ευρύτερη περιοχή εξουδετερώνοντας τα παρακείμενα ιταλικά φυλάκια. Στην πάνω Ζύμη και Κρυφό, βορείως του κόλπου των Αλίντων, οι Γερμανοί πέτυχαν επίσης να αποβιβάσουν τους άνδρες του II/22 και του II/65, οι οποίοι κινήθηκαν προς την κορυφή του υψώματος Κλειδί. Μια άλλη γερμανική απόπειρα λίγο βορειότερα στον κόλπο της Βαγιάς, απέτυχε με την απώλεια 2 πλοίων. Οι επιζήσαντες κατέφυγαν στη νησίδα Στρογγυλή. Τέλος το II/16 που προσπάθησε να αποβιβαστεί στον κόλπο της Γούρνας, αποκρούστηκε με πυκνά πυρά κι αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κάλυμνο. H προγραμματισμένη για το πρωί ρίξη αλεξιπτωτιστών αναβλήθηκε λόγω της καθυστέρησης των αποβάσεων και της αποτυχίας της απόπειρας αποβάσεως στον κόλπο της Γούρνας.

Λίγο μετά το μεσημέρι ωστόσο, έφτασε η πληροφορία στη Λέρο για απογείωση γερμανικών μεταγωγικών από τα αεροδρόμια των Αθηνών, πληροφορία την οποία μετέδωσε ομάδα Ελλήνων αξιωματικών, που είχε αναπτύξει δίκτυο κατασκοπείας. Υπολογίστηκε ότι γύρω στις 14:00 θα πραγματοποιείτο η ρίψη στην περιοχή μεταξύ Γούρνας και Αλίντων η οποία θεωρείτο ως η προσφορότερη ζώνη ρίψεως, αν και οι Βρετανοί την έκριναν ακατάλληλη λόγω του διακεκομμένου εδάφους της. Στις 13:27, 40 Ju-52 εμφανίστηκαν πάνω από τις Καμάρες κι ο πρώτος αλεξιπτωτιστής, ο διοικητής του τάγματος λοχαγός Κύνε, έπεσε στο κενό από ένα ύψος που κυμαινόταν μεταξύ 100-120 μέτρων. H πτώση των ανδρών διάρκεσε περίπου 20 δευτερόλεπτα και παρά τα επίγεια πυρά, οι απώλειες υπήρξαν εξαιρετικά μικρές.

Οι Βρετανοί καταδρομείς και οι Ιερολοχίτες της ομάδας Ζαχαράκη που βρέθηκαν μέσα στη ZP αποπειράθηκαν, όπως είχε προσχεδιαστεί, να την διασχίσουν τροχάδην σε μικρές ομάδες των 5-6 ατόμων, προσπαθώντας να επιφέρουν όσο το δυνατό μεγαλύτερες απώλειες στους επιτιθέμενους. Στην ενέργειά τους όμως αυτή, υπέστησαν σοβαρές απώλειες και μεταξύ αυτών τραυματίστηκαν και οι Ιερολοχίτες, υπολοχαγός Ζαχαράκης κι ο ενωμοτάρχης Μίχος. Το 2nd Royal Irish Fusiliers που ενεπλάκη στη μάχη αμέσως, σύντομα αισθάνθηκε την πίεση των αλεξιπτωτιστών, οι οποίοι ανασυγκροτήθηκαν ταχύτατα και κάτω από τη συνεχή κάλυψη της Λουφτβάφε και τους 1ο και 3ο λόχους να καλύπτουν από βόρεια και ανατολική κατεύθυνση αντίστοιχα επιτέθηκαν με τους 2ο και 4ο λόχους κατά του Μεροβιγλίου, όπου βρισκόταν ο βρετανικός σταθμός διοικήσεως. Με τη σταθεροποίηση των αλεξιπτωτιστών στην περιοχή αυτή, το νησί πλέον αποκόπηκε στα δύο. H βρετανική αντίδραση υπήρξε ασθενής γιατί έχοντας να αντιμετωπίσουν τα αποβιβασθέντα τμήματα στα άλλα σημεία του νησιού τα οποία σημείωναν πρόοδο, δεν υπήρχαν επαρκείς εφεδρείες για να εξαλειφτεί το νέο αυτό προγεφύρωμα. H μάχη συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση και κατά τη διάρκεια της νύχτας, οπότε οι Γερμανοί πέτυχαν να καταλάβουν πρώτα το ύψωμα Κλειδί εξουδετερώνοντας την εκεί ιταλική πυροβολαρχία και γύρω στα μεσάνυχτα το χαμηλότερο ύψωμα του Αγ. Κηρύκου. Το ίδιο βράδι και ύστερα από σχετικό αίτημα τα αντιτορπιλικά Faulknor, Beaufort και _Πίνδος_ βομβάρδισαν το Κλειδί και κατόπιν αποσύρθηκαν στα τουρκικά ύδατα, με σκοπό να επαναπλεύσουν το επόμενο βράδι στην Κύπρο γι_ ανεφοδιασμό. Μια ακόμη απώλεια έπληξε το βρετανικό ναυτικό, όταν το αντιτορπιλικό Dulverton βυθίστηκε από αεροπορική επίθεση έξω από την Κω. O ταξίαρχος Τίλνεϊ, υπολόγιζε ότι οι Γερμανοί διέθεταν γύρω στους 500 άνδρες στο βόρειο τμήμα του νησιού, 500 περίπου αλεξιπτωτιστές στο κέντρο και 120 καταδρομείς στο Πιτύκι, δηλαδή ένα σύνολο, το οποίο αν και καταφανώς υποδεέστερο συγκρινόμενο και μόνο με τις βρετανικές δυνάμεις, εν τούτοις είχε το πλεονέκτημα της διαρκούς υποστηρίξεως από την αεροπορία.

Το πρωί της 13ης Νοεμβρίου στις 06:00, οι Γερμανοί ενισχύθηκαν και με το II/16 τάγμα, το οποίο την προηγουμένη δεν είχε καταφέρει να αποβιβαστεί στη Γούρνα κι αργότερα την ίδια ημέρα στις 10:00 περίπου πραγματοποιήθηκε νέα ρίψη αλεξιπτωτιστών στην ίδια ζώνη. Επρόκειτο για τον 15ο λόχο της μεραρχίας Βrandebοurg με επικεφαλής το λοχαγό Όσατς. Αυτή τη φορά ωστόσο φύσαγε δυνατός άνεμος και το 1/3 περίπου του λόχου τέθηκε εκτός μάχης λόγω τραυματισμών στο ανώμαλο έδαφος. Το υπόλοιπο τμήμα ενώθηκε με τους άλλους δύο λόχους αλεξιπτωτιστών που προωθούνταν προς το Μεροβίγλι. Κατά τη διάρκεια του πρωινού, το II/16 πέτυχε την επαφή με τους αλεξιπτωτιστές επεκτείνοντας και ενοποιώντας τα γερμανικά προγεφυρώματα του Βορρά και του κέντρου, ενώ παράλληλα οι καταδρομείς στο Νότο κατέλαβαν το μεσημέρι ολόκληρο το Πιτύκι πιέζοντας πλέον και από ανατολικά το Μεροβίγλι. H μάχη παρ_ όλα αυτά συνεχίστηκε με εναλλαγές και στο βόρειο τμήμα το βρετανικό τάγμα των 2nd Buffs είχε κάποιες τοπικές επιτυχίες με κυριότερη την ανακατάληψη του Κλειδίου και τη σύλληψη αριθμού Γερμανών αιχμαλώτων. Το βράδι επίσης επιχειρήθηκε από ένα λόχο και με κάλυψη από τα αντιτορπιλικά Echo και Belvoir, αντεπίθεση για την ανακατάληψη του Πιτυκίου, αλλά απέτυχε.

O ταξίαρχος Τίλνεϊ δεν επιχείρησε ευρεία αντεπίθεση για την απώθηση των αλεξιπτωτιστών και την αποκατάσταση της επαφής με το 2nd Buffs που αμυνόταν στο Βορρά κι εξακολουθούσε να κρατάει αδρανές το ιταλικό τάγμα πεζικού. Αυτό είχε ως συνέπεια τη σταθεροποίηση των Γερμανών και τη διατήρηση της πρωτοβουλίας με την εξαπόλυση το πρωί της 14ης Νοεμβρίου νέας επίθεσης των αλεξιπτωτιστών κατά του Μεροβιγλίου, η οποία ωστόσο αποκρούστηκε. Οι Βρετανοί αντεπιτέθηκαν, αλλά συγκρατήθηκαν κι αυτοί με τη σειρά τους ύστερα από αλλεπάλληλες επιθέσεις των Stuka. Οι Γερμανοί πέτυχαν να προωθηθούν παραλιακά προς την Αγ. Μαρίνα και οι Βρετανοί αξιωματικοί σύνδεσμοι του Ναυτικού, φοβούμενοι αιφνιδιασμό έκαψαν τους κώδικες του ναυτικού. Το γεγονός αυτό είχε βαρύνουσα σημασία, γιατί το ναυτικό για τη μετάδοση των σημάτων του αναγκάστηκε να χρησιμοποιεί τους διαύλους του στρατού με όποια καθυστέρηση αυτό συνεπαγόταν. Οι Γερμανοί κατά τη δύση επιτέθηκαν εκ νέου κατά του Μεροβιγλίου, αλλά αποκρούστηκαν και πάλι. Στασιμότητα υπήρχε επίσης και στο ύψωμα του Κάστρου, όπου οι Γερμανοί δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν την κατάληψή του. Γερμανικές αντεπιθέσεις που πραγματοποιήθηκαν για την ανακατάληψη του Κλειδίου επίσης απέτυχαν και στο τέλος της ημέρας, υπήρχε διάχυτη η εντύπωση στο επιτελείο του στρατηγού Μίλερ ότι τα τμήματα περισφίγγονταν απ_ όλες τις πλευρές. Οι απώλειες εκτιμώντο σε 35-45% και υπήρχε στέρηση βαρέων όπλων, τα οποία ήταν αδύνατο να αποβιβαστούν στον κόλπο των Αλίντων, τον οποίο δεν έλεγχαν απόλυτα οι Γερμανοί.

Ήδη μια απόπειρα το πρωί, είχε στοιχίσει την απώλεια ενός πλοίου, το οποίο ανατινάχθηκε από εύστοχα πυρά πυροβολικού. Παρ_ όλα αυτά, δεν υπήρξε σκέψη παραιτήσεως και σχεδιάστηκε νέα απόβαση στον κόλπο του Παντελιού, νότια του Μεροβιγλίου για να υπερκεραστεί η βρετανική άμυνα. Και από την άλλη πλευρά ωστόσο, υπήρξε τη νύχτα αυτή έντονη κινητικότητα και βρετανικά αντιτορπιλικά και μικρότερα σκάφη μετέφεραν 250 άνδρες του 2nd Queen_s Own Royal West Kent και εφόδια από τη Σάμο, ενώ τα αντιτορπιλικά Penn, Aldenham και Blencathra βομβάρδισαν τις γερμανικές θέσεις στα ‘λιντα. Το αντιτορπιλικό Echo και 3 τορπιλάκατοι συνάντησαν έξω απ_ αυτό τον κόλπο ένα μικρό γερμανικό μεταγωγικό και 2 αποβατικά τα οποία και εβύθισαν. Με το πρώτο φως της 15ης Νοεμβρίου, η Λουφτβάφε επενέβη και πάλι βομβαρδίζοντας και πολυβολώντας εντατικά τις βρετανικές θέσεις και κυρίως το Μεροβίγλι, το κέντρο της αντιστάσεως. Τώρα πλέον εκτός από την ανυπαρξία της RAF και οι ιταλικές A/A πυροβολαρχίες αραίωσαν το πυρ τους, γιατί άλλες απ_ αυτές είχαν καταστραφεί από τις αεροπορικές επιθέσεις κι άλλες είχαν εξαντλήσει τα αποθέματά τους. Οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές περιέσφιξαν ακόμη περισσότερο το Μεροβίγλι αναρριχώμενοι μέτρο προς μέτρο στο ύψωμα, ενώ οι καταδρομείς επιτέθηκαν κατά του Κάστρου με σφοδρότητα. Γύρω στις 08:00 και οι Βρετανοί εξαπέλυσαν αντεπίθεση προς την περιοχή της Ράχης προκειμένου να αποκαταστήσουν την επαφή με το αποδεκατισμένο 2nd Buffs στο Βορρά, αλλά η επίθεση αποκρούστηκε κατά το μεσημέρι με την αποφασιστική και πάλι επέμβαση της Λουφτβάφε. Το απόγευμα στις 16:00 το Κάστρο έπεσε στα χέρια των Γερμανών και επιτεύχθηκε πλέον η συνένωση όλων των γερμανικών τμημάτων. Στο ύψωμα αυτό, το οποίο εποπτεύει το Μεροβίγλι, εγκαταστάθηκε μια νέα βάση πυρός εναντίον του και οι Γερμανοί καταλαμβάνοντας τη ζώνη Αγ. Μαρίνα-Πλάτανο-Παντέλι πίεζαν το ύψωμα αυτό από βόρεια και ανατολική κατεύθυνση. Εξασφαλίζοντας επίσης τον κόλπο των Αλίντων ενισχύθηκαν και με το III/1 τάγμα της μεραρχίας Βrandebοurg στον κόλπο του Παντελίου, για να προσβάλλουν το Μεροβίγλι και από νότια.

Μετά από αυτές τις εξελίξεις η κατάσταση είχε μεταστραφεί δραστικά σε βάρος των Βρετανών. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, βρετανικά αντιτορπιλικά πραγματοποίησαν νέες περιπολίες στα ανοιχτά της Λέρου, αλλά η δυσκολία στις επικοινωνίες δεν τους επέτρεψε να παρεμποδίσουν την άφιξη και νέων γερμανικών ενισχύσεων. Περί τους 100 άνδρες αφίχθηκαν και πάλι από τη Σάμο, αλλά η ενίσχυση αυτή ήταν αμελητέα σύμφωνα με την τροπή που είχε πάρει η μάχη. Το πρωί της 16ης Νοεμβρίου, τα γερμανικά τμήματα προσέβαλαν το Μεροβίγλι από βόρεια, ανατολική και νότια κατεύθυνση, ενώ η Λουφτβάφε συνέχισε να βομβαρδίζει αδιάκοπα το ύψωμα. Οι επιτιθέμενοι προς στιγμή συγκρατήθηκαν αλλά βαθμιαία η κατάσταση επιδεινώθηκε κι ένα σήμα του Τίλνεϊ, που υποκλάπηκε από τους Γερμανούς, την περιέγραφε _ως κρίσιμη_. Ήταν πλέον φανερό για το στρατηγό Μίλερ ότι ο αντίπαλός του άρχιζε να υποκύπτει. Ένας Γερμανός υπολοχαγός τέλος, με 25 άνδρες διείσδυσε μέχρι την κορυφή του υψώματος όπου βρισκόταν και το επιτελείο του Τίλνεϊ εξουδετερώνοντας ή παρακάπτοντας τις εστίες αντιστάσεως που συνάντησε και με τη χρήση εκρηκτικών ανάγκασε τον ίδιο τον ταξίαρχο να βγει παραδινόμενος το απόγευμα στις 17:00.

Το άδοξο τέλος H μάχη της Λέρου και μαζί της η μάχη των Δωδεκανήσων είχε λήξει. Οι Βρετανοί είχαν στη Λέρο 187 νεκρούς και 3200 αξιωματικοί και άνδρες με τον ταξίαρχο Τίλνεϊ παραδόθηκαν στους Γερμανούς. Ολόκληρη η ιταλική φρουρά με το ναύαρχο Μασκέρπα, ακολούθησε την τύχη των υπολοίπων ιταλικών δυνάμεων. O Μασκέρπα οδηγήθηκε μαζί με το ναύαρχο Καμπιόνι στο εκτελεστικό απόσπασμα. Το υλικό που κυριεύτηκε, ήταν πλούσιο και περιλάμβανε εκτός των άλλων 116 A/A πολυβόλα και ελαφρά πυροβόλα και 120 πυροβόλα μέσου και μεγάλου διαμετρήματος. Το βρετανικό ναυτικό έχασε στη διάρκεια των επιχειρήσεων 6 αντιτορπιλικά και 2 υποβρύχια, ενώ άλλα 4 καταδρομικά και 4 αντιτορπιλικά υπέστησαν ζημιές. Το ελληνικό ναυτικό έχασε 1 αντιτορπιλικό (_Βασ. Όλγα_), ενώ 1 άλλο (_Αδρίας_) υπέστη σοβαρές ζημιές. Το υποβρύχιο _Κατσώνης_ χάθηκε την ίδια περίοδο αλλά εκτός Δωδεκανήσων. Το ιταλικό ναυτικό εκμηδενίστηκε καθώς άλλα πλοία καταστράφηκαν κι άλλα είτε παραδόθηκαν οικιοθελώς, είτε κυριεύτηκαν από τους Γερμανούς. Οι Γερμανοί στη Λέρο είχαν συνολικές απώλειες 520 ανδρών από τους οποίους οι 300 περίπου ήσαν οι νεκροί. Αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει το 30% των δυνάμεων που έλαβαν μέρος στη μάχη. Μετά την πτώση και της Λέρου, η Σάμος απέμεινε ο τελευταίος ουσιώδης στόχος και στις 17 Νοεμβρίου ο ‘γγλος Διοικητής, ο Ιταλός μέραρχος και ο συνταγματάρχης Τσιγάντες αποφάσισαν σε σύσκεψη να αντισταθούν. Την ίδια ημέρα ωστόσο οι Γερμανοί εξαπέλυσαν βίαιες αεροπορικές επιδρομές που προξένησαν βαρύτατες ζημιές στο Βαθύ, πρωτεύουσα του νησιού. Το βράδι γερμανική τορπιλάκατος που εισήλθε στο λιμάνι, απαίτησε με τηλεβόα την παράδοση της Σάμου προς αποφυγή και νέων επιδρομών που θα ισοπέδωναν και άλλους οικισμούς του νησιού. Το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής εκτιμώντας ότι η παράταση των μαχών ήταν ανώφελη, διέταξε στις 18 Νοεμβρίου την εκκένωση της Σάμου. O Τσιγάντες όμως αρνήθηκε να εγκαταλείψει τους πολίτες, τους αντάρτες και τους Ιταλούς στρατιώτες χωρίς διαταγή της ελληνικής κυβερνήσεως. Στις 19 Νοεμβρίου έλαβε τη σχετική εντολή και έστω και κατ_ αυτό τον τρόπο η ελληνική κυβέρνηση παρουσιάστηκε επιτέλους στο προσκήνιο την τελευταία στιγμή των επιχειρήσεων. H εκκένωση πραγματοποιήθηκε με απόλυτη τάξη και 12000 πρόσφυγες, 800 αντάρτες, 8000 Ιταλοί, το αγγλικό προσωπικό και ο Ιερός Λόχος μεταφέρθηκαν στην Τουρκία. Μετά 4 ημερών παραμονή στο Κουσάντασι, ο Ιερός Λόχος αναχώρησε σιδηροδρομικώς για την Αίγυπτο. Απολογισμός Με την κίνηση αυτή έπεσε και η αυλαία σ_ αυτό το θέατρο των επιχειρήσεων.

Σε μια εποχή που η Γερμανία πιεζόταν σε όλα τα μέτωπα και τα μέσα της ήταν ήδη περιορισμένα μετά τις εξελίξεις στην Ιταλία και τα δυσμενή γι_ αυτήν αποτελέσματα των θερινών μαχών στο ανατολικό μέτωπο, κατάφερε να εξοικονομήσει τις απαραίτητες δυνάμεις προκειμένου να επιτύχει τον αντικειμενικό της σκοπό. Διατυπώνοντας με σαφήνεια τη στρατηγική της επιδίωξη κι ενεργώντας ταχύτατα και με αποφασιστικότητα στο τακτικό πεδίο, κατόρθωσε να επιβληθεί των αντιπάλων της, οι οποίοι αν και διέθεταν αφθονία μέσων κάθε είδους, εν τούτοις εξαιτίας των αλληλοσυγκρουόμενων απόψεών τους δεν αξιοποίησαν τις ευκαιρίες που τους δόθηκαν κι αναγκάστηκαν στην ουσία να ακολουθήσουν τις γερμανικές κινήσεις αναπροσαρμόζοντας συνεχώς τα σχέδιά τους. Έχοντας χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, στο τέλος ηττήθηκαν έχοντας υποστεί σοβαρές απώλειες σε άνδρες και υλικό. Οι γερμανικές μονάδες που συμμετείχαν στις επιχειρήσεις, παρ_ ότι ήταν διαφορετικού ποιοτικού επιπέδου (π.χ. η 11η μεραρχία εκστρατείας της Λουφτβάφε, όπως όλες οι μεραρχίες της κατηγορίας της, υστερούσε εμφανώς τόσο σε οπλισμό όσο και σε εκπαίδευση και στελέχωση συγκριτικά με τις συνήθεις μεραρχίες του στρατού και πολύ περισσότερο με τα επίλεκτα τμήματα των αλεξιπτωτιστών και των καταδρομέων της Βrandebοurg) εν τούτοις πολέμησαν όλες πάρα την αριθμητική τους μειονεξία με εξαιρετικό επιθετικό πνεύμα, τόλμη κι αποφασιστικότητα. Τόσο η αποβίβαση στις βραχώδεις ακτές της Λέρου, όπου η έλλειψη της ομαλής ακτής αντισταθμιζόταν από το στοιχείο του αιφνιδιασμού και από το γεγονός ότι ήσαν απυρόβλητες άρα και ασφαλείς από τις διασκορπισμένες σ_ όλο το νησί πυροβολαρχίες, όσο και η πτώση των αλεξιπτωτιστών σε έδαφος που ούτε κι αυτό θεωρείτο κατάλληλο, αποτελούν υπόδειγμα αιφνιδιαστικών ενεργειών που καθηλώνουν και εν κατακλείδι αποδιοργανώνουν τον αμυνόμενο.

Στο θαλάσσιο χώρο, έγινε η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των φτωχών ναυτικών μέσων, όπου ο αυτοσχεδιασμός και η επινοητικότατα αντιστάθμισαν την έλλειψη σκαφών. Διασκορπίζοντας τις μικρές ναυτικές τους δυνάμεις και ταξιδεύοντας προσεκτικά την ημέρα και κάτω από την κάλυψη της αεροπορίας και καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια για την καλύτερη κατά το δυνατόν απόκρυψη τη νύχτα, πέτυχαν να συγκεντρώσουν ανέπαφο το στόλο τους και να εκτελέσουν τις επιτυχείς επιθέσεις στην Κω και κυρίως στη Λέρο. Αποδείχτηκε επίσης για μια ακόμη φορά ότι η αεροπορική υπεροχή είναι πρωταρχικός παράγοντας για τη διεξαγωγή αεροναυτικών επιχειρήσεων καθώς το ναυτικό αδυνατεί από μόνο του να αντιμετωπίσει την αεροπορική απειλή χωρίς τη συνδρομή φιλίων αεροσκαφών, με αποτέλεσμα να εκμηδενίζεται το πλεονέκτημα της ναυτικής κυριαρχίας όσο και αν αυτή στηρίζεται σε περισσότερα και καλύτερης ποιότητας πλοία. Επιπλέον η εναέρια παροχή υποστηρίξεως σε χερσαία τμήματα που εκδηλώνεται από τα χαράματα μέχρι την έλευση του σκότους (και στις ημέρες μας και κατά τη διάρκεια της νύχτας) εξαντλεί βαθμιαία τον αμυνόμενο, όχι μόνο γιατί εξουδετερώνει τις εστίες αντιστάσεώς του, αλλά αποτρέπει κι οποιαδήποτε αντίδρασή του στις κινήσεις του επιτιθέμενου, ο οποίος διατηρεί και την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων. Οι χερσαίες βρετανικές δυνάμεις καθώς και το ναυτικό, επέδειξαν και πάλι τη γνωστή μαχητικότητα και σταθερότητά τους, αλλά αντιμετώπισαν την ίδια κατάσταση που είχαν αντιμετωπίσει και οι συνάδελφοί τους στην Κρήτη το 1941. Κάτω από ένα ουρανό στον οποίο κυριαρχούσε η Λουφτβάφε πολέμησαν στωικά, χωρίς να μπορέσουν να αποφύγουν στο τέλος την ήττα. Οι περιστασιακοί Ιταλοί σύμμαχοί τους, δεν τους προσέφεραν καθ_ όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων ουσιαστικές υπηρεσίες, όχι μόνο γιατί υστερούσαν σε εκπαίδευση και στελέχωση αλλά, το κυριότερο επειδή τους έλειπε εντελώς το ηθικό.

H συνθηκολόγηση και η γενική αναστάτωση που επακολούθησε τους είχε αφήσει ψυχολογικά μετέωρους, αφαιρώντας τους κάθε διάθεση για αγώνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ταξίαρχος Τίλνεϊ στη Λέρο απέφυγε μέχρι τέλους να χρησιμοποιήσει το ιταλικό τάγμα πεζικού, που παρέμεινε αδρανές σε όλη τη διάρκεια της μάχης. Οι ελληνικές χερσαίες δυνάμεις για τους λόγους που προαναφέρθηκαν δεν έγινε δυνατό να συμμετέχουν ενεργά και σε έκταση στις επιχειρήσεις. Το πολεμικό ναυτικό όμως κατέβαλε άξιες προσπάθειες και μοιράστηκε κόπους και θυσίες πλάι στο βρετανικό. Δεν μπορεί πάντως παρά να προβληματίσει η κατηγορηματική άρνηση των Αμερικανών στις εκκλήσεις των Βρετανών για παροχή υποστηρίξεως στις επιχειρήσεις των Δωδεκανήσων.

H δικαιολογία ότι τα αποβατικά και άλλα σκάφη έπρεπε να συγκεντρωθούν για τη σχεδιαζόμενη απόβαση στη Γαλλία δεν ευσταθεί, γιατί η συγκεκριμένη επιχείρηση προγραμματιζόταν για τα τέλη της ανοίξεως του 1944 και συνεπώς υπήρχαν τουλάχιστον 8-9 μήνες χρονικό περιθώριο. Επίσης τα αιτούμενα μέσα ήταν περιορισμένα αριθμητικά και υπολογίζοντας την αφθονία υλικού της συμμαχικής πλευράς σε σύγκριση με την πενία της αντίστοιχης γερμανικής, δεν ήταν δυνατόν ακόμη και η φυσιολογική απώλεια μέρους αυτών, να επηρεάσει δυσμενώς τις συμμαχικές προετοιμασίες για την εν λόγω απόβαση. Πιο πιθανή φαίνεται η γενικότερη αμερικανική αντίληψη για την μεταπολεμική κατάσταση στην περιοχή. Όλες οι διπλωματικές ενέργειες προσεγγίσεως της Τουρκίας πραγματοποιήθηκαν με αγγλική πρωτοβουλία, ενώ η αμερικανική πλευρά φάνηκε αδρανοποιημένη, αν όχι αρνητική, όπως στην περίπτωση της συναντήσεως των υπουργών Εξωτερικών στη Μόσχα. Είναι γεγονός ότι στην αμερικανική πλευρά υπήρχε πάντα μια καχυποψία απέναντι στην αγγλική πολιτική και τους σκοπούς της.

O Ρούσβελτ άλλωστε είχε ασκήσει κατά πρόσωπο κριτική στον Τσόρτσιλ για την _αυτοκρατορική_ όπως την χαρακτήριζε, αντίληψη των Βρετανών. Στη συγκεκριμένη λοιπόν περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, η οποία περιλαμβάνεται στην ευρύτερη κατ_ εξοχήν πετρελαιοφόρο ζώνη της υφηλίου, η ιδέα της διευρύνσεως της βρετανικής επιρροής δεν πρέπει να ήταν ιδιαίτερα ελκυστική για τις ΗΠΑ. Παρά την επιφανειακή συνταύτιση της αμερικανικής και βρετανικής εξωτερικής πολιτικής, υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν κεκαλυμμένα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, τα οποία κατά περίπτωση έχουν οδηγήσει σε έμμεση αντιπαράθεση τις δυο χώρες. Με την βρετανική αποτυχία λοιπόν, η Τουρκία αποθαρρύνθηκε και ανέβαλε επ_ αόριστον την είσοδό της στο πλευρό των συμμάχων, η αγγλική πολιτική διεισδύσεως στη χώρα αυτή επίσης απέτυχε και μεταπολεμικά η Τουρκία τέθηκε ομαλά κάτω από την αμερικανική επιρροή. Είναι χαρακτηριστική η με ημερομηνία 29-7-1944 αναφορά προς το Φόρεϊν Όφις που συνέταξε ο απερχόμενος από την ‘γκυρα Βρετανός πρεσβευτής Νάτσμπουλ-Χιούγκεσεν, σύμφωνα με την οποία η αναποτελεσματικότητα της βρετανικής πολιτικής είχε καταστρέψει για πάντα την αξιοπιστία της Βρετανίας ως μεγάλης δυνάμεως στην περιοχή και προέβλεπε ότι οι Βρετανοί θα υποχρεώνονταν να παραιτηθούν από την παραδοσιακή τους κυριαρχία στη Μέση Ανατολή προς όφελος είτε των Αμερικανών είτε των Ρώσων, πράγμα που όντως συνέβη. Για την ελληνική τέλος πλευρά, η κατάληξη των επιχειρήσεων παρέτεινε μεν προσωρινά τη γερμανική κατοχή για ενάμιση περίπου έτος, απομάκρυνε όμως οριστικά το φάσμα της εισόδου της Τουρκίας στον πόλεμο και την απαίτησή της για ανταλλάγματα η ικανοποίηση των οποίων όπως είδαμε, θα διακύβευε άμεσα την τύχη του ελληνισμού του νησιωτικού αυτού συμπλέγματος.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: K. Μανέτα: Ιερός Λόχος-1979, Αθήνα Φώτη Κυπριώτη: Δωδεκανησιακή Εθνική Αντίσταση-1988, Ρόδος Μιχαήλ Σαμάρκου: Λέρος, η Μάλτα του Αιγαίου-1974, Αθήνα Σόλωνος Γρηγοριάδη: Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974-Καπόπουλος, Αθήνα Ναυτική Επιθεώρηση Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1990-ΓΕΝ Frank Weber: O Επιτήδειος Ουδέτερος-Θετίλη 1983, Αθήνα Wiston Churchill: B’ Παγκόσμιος Πόλεμος-Ελληνική Μορφωτική Εστία James Lucas: Storming Eagles-Arms and Armour Press, 1988 London Kevin Konley Ruffner: Luftwaffe Field Divisions 1941-45-Osprey 1990, London Waffen im Einsatz: Jahr Verlag KG-Hamburg

Του Μάνου Μαστοράκου

Περιοδικό Πτήση και Διάστημα-Νοέμβριος 1993

http://diaggeleas.wordpress.com

Σχόλια

  1. Ανώνυμος10/2/12 01:22

    Στην περιοχη Ροδου-Καταβιας,ανατολικα στα 11 μιλια απο την στερια,υπαρχει ενα ναυαγιο ιταλικο,το οποιο το φορτοσανε οι Γερμανοι με 3.000 ναυτες ιταλους.Η καταλιξη αυτου του πλοιου ηταν,στης 22μαιου του 1944,να το τορπιλησει Γερμανικο υποβριχυο το οποιο πηρε μαζι του ολες αυτες τις ψυχες.Ολο αυτο το σεναριο ηταν καλα σχεδιαζμενο απο τους Ναζι,και δεν ηταν μονο αυτα τα εγκλιματα τους! Οπου στην Νισο-Αλιμια,κοντα στην Χαλκη,εκτελεσαν γυρο στους 1.000 ιταλους (στης 7 Ιουνιου του 1944 )

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος27/4/14 16:41

    Στη Σάμο την περίοδο εκείνη οι Αγγλοι έφεραν απο το Κουσάντασι τούρκους υπαλλήλους για να αναλάβουν το νησί.... Έφτασαν με τον άγγλο στρατιωτικό διοικητή και τον άγγλο πρόξενο της Σάμου Λουί-Μάρκ με αγγλικό πλοίο. Τους σταμάτησε η ροή των γεγονότων και οι κάτοικοι του νησιου. Ο άγγλος διοικητής έλεγε μέσα στο πλοίο σε Έλληνα οτι το νησί το κατοικούσαν Τούρκοι!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Οι απόψεις των διαχειριστών μπορεί να μην συμπίπτουν με τα άρθρα.
Ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές.
Κακόβουλα σχόλια αφαιρούνται όπου εντοπίζονται.
Η ευθύνη των σχολίων βαρύνει νομικά τους σχολιαστές.
Η ταυτότητα των σχολιαστών είναι γνωστή μόνο στην Google.
Όποιος θίγεται μπορεί να επικοινωνεί στο email μας.
Ενδιαφέροντα σχόλια σε όλα τα μέσα μας μπορεί να γίνουν αναρτήσεις.
Περισσότερα στους όρους χρήσης.

όλα τα νέα στο email σας

Get new posts by email:
παράπονα Ρόδου

επικοινωνήστε

δώσε δύναμη στη φωνή σου,
κάνε τα παράπονα στον δήμαρχο,
κατήγγειλε ότι βλάπτει την κοινωνία,
διέδωσε τις πιο σημαντικές ειδήσεις,
μοιράσου χρήσιμες συμβουλές,
στείλε μας το δικό σου άρθρο
και δημοσίευσε ότι θέλεις
ή αν θίγεσαι από ανάρτηση και σχόλιο
στείλε στο paraponarodou@gmail.com
ή συμπλήρωσε την φόρμα

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *